Είμαι η γάτα, κάνεις το ποντίκι;
demon January 6th, 2008
(Πηγή εικόνας: www.irtc.org)
Κατά τις 5 το πρωί γυρίσαμε σπίτι μετά από κοινωνική έξοδο. Δεν ήθελα να ξενυχτήσω άλλο. Δεν ήθελα να μείνω ξύπνια. Αλλά δεν ήθελα και να είμαι μαζί σου. Στον ίδιο χώρο, πόσο μάλλον στο ίδιο κρεβάτι, αναπνέοντας το ίδιο μαξιλάρι και το ίδιο δέρμα.
Μου έβαλα να πιω ένα τζιν, straight πάντα, και γλίστρισα στον υπολογιστή. Δεν είχαμε Internet γαμώτο. Που σημαίνει ότι πάει και η εναλλακτική μου. Όταν νυστάξω πολύ, να κλέψω το μαξιλάρι μου, να πάω στο σαλόνι και βλέποντας On να κοιμηθώ εκεί, μέχρι το επόμενο πρωί να με βρεις παγωμένη, νυσταγμένη και ψυχρή όπως με έχτισες.
Έμεινα λιγάκι στο γραφειάκι μου, έπαιξα χαρτιά, άκουσα μουσική, μάλωσα τις γάτες προσπαθώντας να εκτονώσω εκεί, ξημερώματα, τη συσσωρευμένη θλίψη.
Εσύ με πίεζες σαν την ανάσα, ανά τακτά χρονικά διαστήματα, να σε κοιτάξω. Πονάει…
Να σου πω… “Πες μου!”, τι θες να σου πω; “Ξέρεις…”.
Ναι, ξέρω. Αλλά τι να σου πω όταν έχεις γραπώσει ένα στιλέτο και χαρακώνεις απολαυστικά -για σένα- τις φλέβες μου; Ότι σ’αγαπώ;
Είναι δυνατόν; Πόσες αντοχές…
“Αγκάλιασέ με”. Μα, πως να σφίξω το κορμί σου γύρω μου όταν με έχεις απομαγνητίσει; Όταν τα μέλη μου κρέμονται και σαν το φάντασμα έχω γίνει ευλύγιστα διάφανη, πώς να χουφτώσω τη δική σου την ψυχή όταν ακόμη ψάχνω το βέλος σου.
Τροφοδοτείς μια ζήλεια που δεν ένιωσα ποτέ (άλλοτε).
Τρέφεις έναν ηλεκτρισμό που δεν ταιριάζει στο ατίθασο κεφάλι μου.
Προσπαθείς εντέχνως να με κάνεις πιο “γυναίκα” από ό,τι μου επιτρέπει η θηλυκότητα μέσα στον τσαμπουκά μου.
Θέλω απλώς να μαζέψω τα δάχτυλά μου και να φύγω από δω μέσα. Να βρεθώ σπίτι μου, να βρεθώ έξω, μακριά, σε ένα αποστειρωμένο ή τελείως βρώμικο κι ανακατεμένο περιβάλλον. Δε θέλω να είμαι εδώ, να περιμένω να διορθώσεις, να ανακαλέσεις, να σοβαρευτείς.
Θέλησα να μαλακώσω τη ζωή σου. Να μπω στη νύχτα σου και να ψεκάσω τις καθημερινές σου στιγμούλες με μένα. Ένα παιχνίδι από μένα, ένα από σένα. Μια κίνηση έρωτα, μια κίνηση καταστροφής. Ένα βήμα δέσμευσης, ένα βήμα αποτραβήγματος. Ένα δέσιμο, ένα χάσιμο, ένα “είναι”, ένα “έχω”. Ένα “δίνω”;
Σε κάθισα στα γόνατά μου και σου ψιθύρισα με περισσή προσήλωση: Πολλές φορές εύχομαι…
Και χαστουκίζοντας το οξυγόνο μου, με διέκοψες αγενώς: “Να πεθάνω;”.
~
Κρατώντας έναν τεράστιο καθρέφτη, όσο είναι ο ουρανός που μου ανήκει, σε ρωτώ: “Είμαι η γάτα, κάνεις το ποντίκι; Θα ξεσκίσω ό,τι φοράς κάτω από τα ρούχα σου. Παρέδωσε ΤΩΡΑ ό,τι μου ‘κλεψες.”