Καίγεται η ζωή σου…
demon April 9th, 2010
Κάτι καίγεται. Κάθομαι στο σαλόνι και χαζεύω διάφορες εκπομπές που έγραψα πρόσφατα στο AC/Ryan. Και ξαφνικά το σπίτι γεμίζει χαλασμένη, καμένη μυρωδιά.
Πετάγομαι στο μπαλκόνι και βλέπω καπνούς να διαγράφονται μέσα στη λάμπα της ΔΕΗ. Σκέφτομαι να πάρω τηλέφωνο την Πυροσβεστική Υπηρεσία. Κοιτάζω τριγύρω. Από που προέρχεται;
Μέσα σε 2-3 λεπτά εμφανίζεται 1 περιπολικό κι αμέσως μετά άλλα δύο. Πυροσβεστικό ακόμη πουθενά. Θα το έχουν ειδοποιήσει όμως, δεν μπορεί. Από που προέρχεται η φωτιά; Ακόμη δεν ξέρω. Κάπου στα αριστερά μου. Προς τη δική μου μεριά.
Μέσα σε 5 λεπτά έρχονται 2 πυροσβεστικά οχήματα. Βλέπω που σταθμεύουν. Είναι το επιπλοποιείο παρακάτω; Μήπως τα γραφεία της ΕΛΜΗ; Σε λίγο καταφτάνει και τρίτο πυροσβεστικό.
Πολύς καπνός. Ακόμη περισσότερος τώρα. Και μυρίζει έντονα, ακόμη και με τα πάντα κλειστά. Σαν πλαστικό να καίγεται. Σα διάφορα υλικά…Τι σκατά.
Ευτυχώς έχω βάλει το Μάτι μέσα. Κι ευτυχώς ο άντρας κοιμάται και δεν έχει πάρει χαμπάρι. Τι σκατά?!
Πριν μερικά χρόνια σιχτίριζα για τη δουλειά, για τα ταλέντα μου που πήγαιναν χαμένα, για το μισθό μου που σε καμία των περιπτώσεων δε μου άξιζε. Σιχτίριζα τον κάθε χαμένο, απατεώνα (και όχι απατεωνίσκο) εκδότη που έκανε την αρπαχτή του κι εγώ βρισκόμουν κάπου εκεί μπλεγμένη. Σε ένα κλείσιμο εφημερίδας, σε μια μαλακισμένη συμπεριφορά, σε έναν ψωνισμένο πλην όμως ατάλαντο βοηθό εκδότη που όριζε… Και σιχτίριζα την επαγγελματική μου τύχη. Την ταλαιπωρία που έζησα ανάμεσα και στις καλές στιγμές.
Ήταν στιγμές όμως.
Και τώρα. Να φεύγουμε για Πάσχα και να μένουν κάποιοι πίσω για να “φυλάνε τα Πατήσια. Μη μας τα πάρουν”. Πες το ψέματα. Μας τα έχουν “πάρει” όμως προ πολλού.
Βόμβες τριγύρω, δολοφονίες παρακάτω, μαχαιρώματα στη γωνία, πυρκαγιά μια ανάσα μακριά… Λες και βρεθήκαμε στο μάτι του κυκλώνα χωρίς να το έχουμε ζητήσει. Και χωρίς να το έχουμε συνειδητοποιήσει.
Τι λέτε ρε… Θα με διώξετε από τη χώρα μου γαμώτο; ΠΕΙΤΕ ΜΟΥ ΤΟΥΛΑΧΙΣΤΟΝ ΠΟΥ ΝΑ ΠΑΩ ΝΑ ΖΗΣΩ. Γιατί αν εξαρτιόταν από μένα, θα είχα φύγει προ πολλού από δω “μέσα”. Αϊ σιχτίρ!
Όχι πως είναι “ελληνικά” τα Πατήσια δηλαδή. Μη χεστούμε. Πού το είδες! Είδες εσύ Έλληνα; Τους μέτρησες κιόλας? Τόσοι λίγοι ε…?
E λοιπόν θα το πάρω από τη μαυρίλα του το πράγμα: Δεν πρόκειται να ξαναφτιάξουν τα πράγματα. Εάν δε βαρέσει στ’αλήθεια διάλυση η γΕλλαδίτσα μας, να πατώσει πιο κάτω κι από την άμμο, ώστε να φύγουν όσοι πρέπει να φύγουν μια και δε θα έχουν να τα κονομήσουν πια εδώ, δεν πρόκειται να αλλάξει κάτι.
Όσο αιστάνονται ότι είμαστε μια μικρή γη Επαγγελίας, εδώ θα μένουν. Πρέπει να πατώσουμε στα αλήθεια. Να βγούμε στην ξηρά ακόμη κι εμείς οι Έλληνες. Ποιος τα λέει αυτά, εγώ… Χα. Που μέχρι να έρθω στα Πατήσια, ήμουν υπέρ της αλλοδαπίας.
Ρε φίλε, πες μου που να πάω να ζήσω; Και γιατί να πρέπει να αφήσω αυτό το σπίτι; Που το νοικιάζω, που το αγόρασα, που το κληρονόμησα; Γιατί να μην μπορώ να περπατήσω τη βόλτα μου όταν πέσει ο ήλιος; Γιατί να μην μπορώ να φερθώ όπως αιστάνομαι, να ντυθώ όπως είμαι, να κρατώ τη ζωή μου; Ε?!!!