Όταν το συναίσθημα ξερνά τη λογική. Υ.Γ. Μη μασάς, παιχνίδι είναι!

demon January 10th, 2008

(Πηγή εικόνας: yiorgosbs.wordpress.com)

Έχει πλάκα και είναι από κείνα τα πράγματα, που σε κάνουν να σκέφτεσαι αν όντως υπάρχει αυτό που λέμε “τυχαίο”! Ποτέ μου δεν το πίστεψα αυτό. Κατά 99% θεωρώ πως ό,τι συμβαίνει, συμβαίνει για κάποιον λόγο. Ω ναι!

Πρόσφατα στα σχόλια απάντησα στην after8 πως, κατ’εμέ, τυφλή δεν είναι η αγάπη, μονάχα η λογική! Και τούτο, επειδή πάντα στηρίζεσαι στο ότι 1 + 1 = 2!!!

Η μαγεία με προσκάλεσε να συμμετέχω σε ένα παιχνίδι και μου ζητά να γράψω ένα κείμενο με τίτλο “Έρωτας δίχως λογική”.

Επειδή όμως είπα να ευθυμήσω λιγάκι και να βγω από τη νάρκη της εσωτερικής κηδείας, θα βάλω δικούς μου “όρους”, και θα γράψω κάτι σα Συναίσθημα Vs Λογική.

~ Οπότε, δηλώνω αθεράπευτα και περήφανα Συναισθηματικός άνθρωπος.

Όσον αφορά το συναίσθημα, εμπιστεύομαι τυφλά:

> τη διαίσθησή μου

> τη σχέση μου με το σώμα μου, το οποίο “διαβάζω”

> το ταλέντο μου στη Μουσική

> τις ανάγκες της καρδιάς και της ψυχής μου, όπως βγαίνουν στην επιφάνεια όταν βουτάω μέσα μου

> και την ευφυία μου

Κατά τα πτωχά λοιπά, περνάω στο στρατόπεδο της λογικής, σχεδόν απόλυτα, όταν:

< θέλω να μείνω ψύχραιμη

< ποντάρω στην αντίληψή μου

< χρησιμοποιώ τις λέξεις των ανθρώπων

< επιχειρηματολογώ

< πρέπει να βρω λύση, πώς να ανεβάσουμε το πιάνο στον 4ο!

Με τη σειρά μου, να προσκαλέσω τους: trelofantasmeni, tzonakos, melomenos, tistrellis, Νιόβη και Μαλίνα να γράψουν, άμα κάνουν κέφι, σε ποια πλευρά του ποταμού κατοικούν αλλά και 5 + 5 πράγματα, που εμπιστεύονται από το ημισφαίριο του συναισθήματος κι εκείνο της λογικής.

Ζωή… άναψε!

demon December 10th, 2007

Το βλέμμα σου στάθηκε μπροστά μου και με ρώτησες: “Τελικά θα μείνουμε μαζί; Θα συγκατοικήσουμε ή θα το αφήσουμε μέχρι να μας ξαναχτυπήσει την πόρτα από μόνο του;”. Μακάρι να ‘ξερα. Άγχος, πίεση. Γιατί όταν συμβαίνει κάτι τόσο όμορφο, πάντα κάποιος τοίχος να είναι έτοιμος να σε συνθλίψει;

Μόνο τελικά στον ύπνο απολαμβάνεις τελείως τη σιωπή και τις εικόνες, χωρίς σφυριά πάνω από το φωτοστέφανό σου; Μόνο όταν πέσεις στα σεντόνια δικαιούσαι να γευτείς εκείνο το κομμάτι του μανιταριού που τρώγεται; Ο ξύπνιος σε δηλητηριάζει πάντοτε; Σου ρίχνει με το σταγονόμετρο την πικρίλα που “πρέπει” να υπάρχει, για να εκτιμήσεις περισσότερο τα πλασματάκια που υφαίνουν τη μοίρα σου;

Δεν ξέρω. Δε θέλω να ξέρω. Δε θέλω να πρέπει να αποφασίσω εγώ!

Εσύ γιατί δεν το κυνηγάς, γιατί δεν το οργανώνεις, γιατί δεν το παίρνεις επάνω σου; Να κρατήσεις εσύ, τούτη τη φορά, το ζάρι. Να το γυρίσεις εσύ και να κάνεις εσύ τα βήματα πάνω στα νταμάκια. Και να διαπιστώσεις ποια είναι στέρεα και ποια παγίδες. Δεν είμαι εδώ. Απουσιάζω.

Άφησέ μου την απόφασή σου πάνω σε ροδοπέταλο γραμμένη. Κι ένα φιλί δίπλα της.

Θέλω γαμώτο. Να ‘ξερες πόσο. Μύριες στιγμές έχει τρυπώσει αυτή η επιθυμία στο φιλμάκι του μυαλού μου. Εσύ-εγώ σε ένα σπίτι, στο δικό μας χώρο, που θα τον κοσμήσουμε από την αρχή με τις ανάγκες και τις νοστιμιές μας, με τα καλούδια και τα αποκτήματά μας. Σε ένα σπίτι, δικό μας, που θα κατακτήσουμε κάθε σπιθαμή, κάθε γωνιά του. Κάνοντας έρωτα, ντύνοντας, βάζοντας, βάφοντας, κρεμώντας.

Όνειρα και πίνακες, στολίδια και αύρες.

Τι να κάνω, δεν ξέρω. Τι θέλει χρόνο, τι θέλει απλώς να το ακούσεις, τι θέλει αποφασιστικότητα, τι θέλει σοφία.

Λογική και συναίσθημα. Ποτέ δεν την συμπάθησα την ορθή σκέψη. Πάντα ήμουν βουτηγμένη στο γκάζι, πάντα ήμουν άνθρωπος των αισθήσεων. Πάντοτε ζούσα στις αντιδράσεις, στο χάσιμο, στην απόλυτη διαίσθηση κι αποπλάνηση του χώρου και του χρόνου. Κι όταν χρειαζόταν έφερνα τις πιο τετράγωνες και γρήγορες λύσεις. Ισορροπία στο χάος και τα άκρα μου.

Αλλά τώρα… Απλώς δεν ξέρω. Και δεν έχω χρόνο. Και η ζωή με πιέζει, τα σχέδιά μου, τα πλάνα μας.

Δε θέλω κεραυνούς. Και δε θέλω μιζέριασμα. Απλώς όσο φυσιολογικά ρέει το αίμα μου, τόσο απλά να γίνει η ανάγκη κίνηση. Ένας στρόβιλος που θα πάρει τα πινέλα, τα λάδια και τον καμβά και θα μεταμορφώσει το σκόρπισμα σε ζωντανή… ζωή. Έτοιμη να τη ζήσουμε. Έτοιμη να την πυρπολήσουμε!

fire

Πηγή: www.afropop.org

Κυνηγώντας τη σελήνη

demon November 26th, 2007

Βγήκα έξω στο δρόμο. Τα παράτησα όλα και μέσα στο γκάζι μου άνοιξα την πόρτα και περπάτησα μ’ένα μαβί, δαντελένιο φανελάκι μονάχα πάνω μου. Είχα ανάγκη να ρίξω θερμοκρασία, να πέσει ο συναισθηματισμός μου, να σταθώ στον πεζόδρομο κάτω από τα δέντρα και την μπάλα εκεί ψηλά. Μα τι υπέροχο ήταν αυτό το τεράστιο φεγγάρι χτες. Κι επέστρεψε στη γη τόσο νωρίς. Ήταν δεν ήταν 7 το βράδυ.

Πήγα μέχρι το παντοπωλείο να πάρω την καθιερωμένη μου εφημερίδα. Ο τύπος με κοίταξε καλά-καλά. Μα τόσο αργά έρχεται αυτή; Ναι, γιατί; Αφού πάντα αργά εμφανίζομαι. Σε αποζημιώνω όμως…

Ένα μπουκάλι ημίγλυκο Παριανό κρασί, τσιπς, γάλα και φρυγανιές για αύριο το πρωί και τσίχλες. Αυτά ήταν τα ψώνια μου μαζί με την “Καθημερινή” φυσικά.

Θα πάω σπίτι να γράψω. Αλλά πριν θα κυνηγήσω τη σελήνη. Την είδα την ώρα που περνούσα από κείνη την πολυτελή μονοκατοικία. Και μετά έσβησε πίσω από την άχαρη πολυκατοικία στη Ζωοδόχου Πηγής. Περπάτησα για λίγο στις μύτες των ποδιών μου, αλλά κάποιος είχε φορέσει μαύρη κουκούλα και είχε απαγάγει τη σελήνη. Φεγγάρι Αυγούστου μου θύμισε. Χωρίς όμως τους πορτοκαλί καπνούς πάνω στην επιφάνειά του. Ένας τέλεια λαξεμένος δίσκος, με πολλά μηνύματα γραμμένα πάνω του. Σκέφτηκα πόσοι άνθρωποι να έχουν κοιτάξει μέχρι σήμερα το φεγγάρι, τοποθετώντας τις ευχές τους πάνω στο δέρμα του. Πόσοι και πόσοι δεν το έχουμε στιγματίσει με μύχιες σκέψεις, θέλω, κατάρρες, θλίψη.

Πόσοι άνθρωποι δεν άφησαν βαριανασαίνοντας τις τελευταίες τους λέξεις ενώπιον της σελήνης κι αυτή ήταν η τελευταία εικόνα που καθρέφτισαν οι κόγχες τους. Πόσα χρώματα δεν έχουν γεννηθεί από τα λουλούδια, την ώρα που η σελήνη ετοιμάζεται να αποκοιμηθεί στη σκιά του ήλιου. Πόσες σκιές δεν έχουν παίξει μεταφυσικούς μονολόγους όταν η δύναμη της σελήνης βρίσκεται στο απόγειό της. Πόσα φιλιά δεν έχουν πέσει στο νερό ζαλισμένα από το χορό του ολόγιομου αυτού πλάσματος;;;

(Κι εγώ προσπάθησα να το κοιτάξω για λίγο. Και τα μάτια μου, πράσινα και μεθυσμένα, χαμογέλασαν γεμάτα ενθουσιασμό που βλέπω, που η ψυχή μου ανήκει σε αυτό το απόκοσμο πλάσμα.)

The moon, like it? dare to say no!

Πηγή: galerieslunamoon.free.fr

Σε γουστάρω άνευ όρων

demon November 6th, 2007

Υπάρχουν όρια; Όταν δυο άνθρωποι ερωτεύονται και ξεκινάνε να γυαλίσουν από κοινού την επιφάνεια της ζωής τους, υπάρχει κάποιο σημείο άραγε πάνω στο οποίο είναι χτισμένος ένα αόρατος κάκτος με αιχμηρά αγκάθια;

Μπορεί να είσαι σε ένα δωματιάκι κι ο ένας να αναπνέει μέσα από το οξυγόνο του άλλου κι όταν βρεθείτε σε ένα σπίτι, να ασφικτυούν ακόμη και οι τοίχοι που απορροφούν τις σκέψεις σας.

Ποιο είναι το όριο εδώ; Το όριο της ατομικότητας, το όριο της δέσμευσης.

Γιατί ο ένας να αισθάνεται ασφαλής μόνο όταν ακουμπάει τον άλλο κι ο έταιρος να νιώθει όμορφα ακόμη κι αν είναι μακριά, στη σκέψη και  μόνο ότι είσαι στη ζωή του; Τι ορίζει το συναίσθημα; Όχι το… σωστό συναίσθημα, αλλά την αξία της στιγμής, της δέσμευσης, της συνύπαρξης. Και τι μεταμορφώνεται σε βαρίδι;

Πόσο μπορούμε να μοιραστούμε τις ίδιες ανάσες; Που παύω να είμαι ο σύντροφός σου και πόσους χτύπους πρέπει να δώσει το ρολόι για να ξαναγίνω; Όταν το προσωπείο σου ζωντανεύει, πόσο πρέπει να κρατηθώ μακριά και πόσο να διεκδικήσω τον άνθρωπό μου;

Μήπως ακόμη και τα όρια σου ως άντρα θα ‘πρεπε να μιλήσουν με τα δικά μου; Τα ιδιότροπα όρια, τα ξεχειλισμένα, τα καταπιεστικά, τα αυτόνομα.

Τελικά πόσο απόλυτα εμείς οι δύο γινόμαστε ένα;

Και πόσο αποφασισμένα μου επιτρέπεις να παίξω με τα όριά σου;

Τα δικά μου, θα τα χαιρετίσεις, θα τους γυρίσεις την πλάτη ή θα τα ακολουθήσεις μέχρι η πόρτα να κλείσει;

Με γουστάρεις και με θες άνευ όρων  ή θα με ντύσεις πρώτα;

Το όριό μου είναι απλώς να σ’αγαπώ

« Prev