Countdown

demon December 19th, 2007

Εξουθενωμένη

Πονάει όλο μου το σώμα. Οι πατούσες μου. Η μέση μου. Το σβέρκο μου. Μέχρι και τα μάτια μου που κοιτάζουν πού πατάνε.

Πεινασμένη

Δε γουργουρίζει ακριβώς το στομάχι μου το άδειο. Το σκέφτεται. Μια θυμάται ότι έχει να φάει από χτες και διαμαρτύρεται και μια απέχει από το υπόλοιπο σώμα και μένει ήρεμο, σιωπηλό.

Νυσταγμένη

Αρκετά. Ή μάλλον δεν είναι ακριβώς νύστα, όσο το ότι στοιβάζεται η κούραση από το πολύ φόρτωμα, κουβάλημα, πάνω-κάτω.

Την Πέμπτη μετακομίζω κι επισήμως λοιπόν. It’s final. Μέχρι τώρα έχω ετοιμάσει ψυχολογικά το σπίτι για να με υποδεχτεί κι έχω μεταφέρει τα πάντα εκεί. Τα πάντα… μικρά. Όσα μπόρεσα να κουβαλήσω με αυτοκίνητο τις 3 τελευταίες μέρες. Όλα τα ψιλολόγια. Απίστευτο χαρτομάνι, σημειώσεις, βιβλία, περιοδικά, cd, ρούχα, παπούτσια, καλλυντικά, πιάτα, φωτογραφίες, κεριά, μπογιές, νεράιδες…

 Κι απομένουν τα έπιπλα, τα μεγάλα, βαριά, τα ογκώδη.

Την Πέμπτη λοιπόν. Τότε θα αράξει μπροστά από το σπίτι μου το φορτηγό. Και θα χωρέσει μέσα ύλη. Μπόλικη ύλη. Που θα γίνει αέρας και θα ταξιδέψει μέχρι το νέο σπίτι. Κι εκεί θα κατακάτσει πάλι, σαν τη σκόνη. Για να πλάσει καινούργια αόρατα τερατάκια, εφιάλτες, πλάσματα, δώρα.

Το μόνο που δεν έχω καταλάβει είναι αν, το καινούργιο μου σπίτι θα επηρεάσει τη νέα χρονιά ή εάν η καινούργια χρονιά φέρνει και το νέο σπιτικό μου!

Μην αφήνεις τις στιγμές να σε λερώσουν

demon December 8th, 2007

Μπουουουουου… Υπάρχουν στιγμές που βυθίζομαι τόσο πολύ μέσα μου, ώστε κι εγώ η ίδια τρομάζω. Νιώθω ένα χέρι να ξεπροβάλλει από τα αόρατα σωθικά μου, να σκαρφαλώνει μέχρι το κεφάλι μου και να τραβά έναν-έναν τους πόρους μου. Μέχρι το έξω να μπει μέσα. Μέχρι το έξω να γίνει μέσα. Μέχρι να αρχίσουν να χύνονται εσωτερικά δάκρυα, αίμα, φλέβες, πόνος, παρελθόν, στάχτες, χώμα, πρόσωπα, χαμόγελα, μάτια, αγγίγματα, λέξεις, κι άλλες λέξεις…

Πολλή θλίψη, πολλές άγκυρες, σχετικές ενοχές, κραυγές.

Μύριες σκέψεις. Σκέψεις στιβαγμένες η μία πάνω στην άλλη. Σκέψεις που ίπτανται, που βυθίζονται, που βρέχονται, που λιάζονται.

Μπλοκάρουν τη θέα, το φως, την οπτική, το σκηνικό. Αναδεικνύουν αλήθειες, ένστικτα, αισθήσεις, υποσυνείδητα.

Μια φορά στο τόσο, συνήθως με αφορμή κάποιον ανύπαρκτο, ασήμαντο, μαύρο άνθρωπο, γυρνώ σπίτι και ξέρω εκ των προτέρων το μέγεθος και τις αποχρώσεις του ιριδίζοντα ωκεανού που θα απλωθεί γύρω μου, για τις επόμενες ώρες.

Θα ανοίξω ένα μπουκάλι κρασί να αναπνεύσει, προετοιμάζοντας το χρώμα και τους χυμούς του για τη βαθιά ζαλάδα που θα μου χαρίσουν. Θα ανάψω λευκά κι έγχρωμα κεριά, σκεπάζοντας όποια επιφάνεια δεν έχει υπόσταση κι ενέργεια, ντύνοντας έτσι το χώρο. Θα βάψω με μολύβι τα μάτια και τα χείλη μου, ώστε σε όποιο τζάμι κοιταχτώ να δω τη μορφή μου. Θα τραβήξω πίσω τα μαλλιά μου και θα φορέσω με περισσή προσοχή τα ακουστικά, χώνοντας ήχους μοναστηριακούς, ήχους μεταλλικούς, οξείς, αέρινους, υπόγειους στην ψυχή μου.

Και μετά θα αρχίσει η βύθιση, η ύπνωση του συνειδητού μου.

Του έξω, του τώρα, του έχω, του είμαι.

Θα κάνω το μεγαλύτερο μακροβούτι, έχοντας τα μάτια μου ορθάνοιχτα. Και θα δω ό,τι με πόνεσε ως σήμερα, ό,τι ξέχασα γλιστρώντας πάνω στη ζωή, ό,τι τοποθέτησα στο συρτάρι για να μη χαθώ με το βάρος του, ό,τι έριξα στον αέρα επειδή βίασε και κατάπιε τις αισθήσεις μου, ό,τι χρωμάτισε εφιάλτες της μέρας και της νύχτας.

Και θα ξαναζωντανέψω ντυμένη με καπνούς και στάλες, αφού η τελετουργία μου με κάνει λευκή για ακόμη μια εποχή.

Ώστε να αντέξω όλες εκείνες τις δαχτυλιές, τις πατημασιές και τα φλας.

Και τις νεράιδες που παίζουν με τις χορδές μου.

νεράιδα

Πηγή: www.eso-garden.com