Κεντημένος ουρανός
demon April 9th, 2008
Σα νησάκια δεν είναι; Ε;
Μαλλιαρές, παραφουσκωμένες, χρυσαφένιες ψυχές που έχουν κλωσσήσει στρέμματα του ουρανού. Πόντο-πόντο, αυτά τα ιδιαίτερα, απογευματιάτικα σύννεφα έχουν ράψει φορέματα αναγεννησιακά, με χρωματικές αντιθέσεις, σκιάσεις και αμέτρητη ασημένια κλωστή.
Τους πήρε υδάτινα και σκιερά χρόνια για να σκαρφαλώσουν στο σωστό σημείο, ώστε να έχουν αυτή τη θέα. Την ολόκληρη, την απόλυτη. Δίχως κτίρια να κρύβουν τίποτα. Κεραίες, βουνά, μετεωρίτες, κρύσταλλα, ηλεκτρισμό, εφιάλτες, ενέργεια.
Κάπου-κάπου, η χρυσαφένια αυτή Χιονάτη με τη συνοδεία της, μετακινείται. Για να βρει ακόμα καλύτερη θέση, πόστο, κάθισμα. Σέρνει μαζί της όλη αυτή την πύρινη ουρά του συμπαντικού της νυφικού.
Υπάρχουν και φορές, που η στρόγγυλη αυτή δύση βγάζει φωτογραφίες. Του εαυτού της. Και μου τις στέλνει με τη βροχή να τις θαυμάσω. Ιδού!
Αναρωτιέμαι. Εγώ τι να της στείλω πίσω να την ευχαριστήσω. Τι να δώσω στη χρυσαφένια Χιονάτη που έχει κρυφτεί μέσα στα πιο όμορφα και τέλεια σύννεφα. Και στα νησιά της; Τις φίλες της; Τι να αγοράσω, να ζωγραφίσω, να ράψω; Τα όνειρά μου, σαν άλλα μπαλώματα ζωής ίσως.
Ένα δω, ένα κει, ένα πιο πέρα. Χαρούμενο, θλιμμένο, σκεπτικό. Μονόχρωμο, εμπριμέ, με σχεδιάκια.
Αχ και να μου έριχνε μια ανεμόσκαλα αυτή η αέρινη ψυχή. Ν’ανεβώ, να τη συντροφέψω στο σαλιγκαρένιο της σύρσιμο. Όμορφα που θα ‘ταν. Πορτοκαλί πολύ. Κι ο κόσμος μου όλος θα γινόταν ένας ήλιος, με τα πιο θερμά χρώματα.