Να θυμηθώ να αναπνεύσω
demon December 1st, 2007
Αιστάνομαι να ζαρώνω, να συρρικνώνομαι, να με ρουφάει αυτή η αγωνία. Τι θα γίνει απόψε άραγε; Μας έχει καλέσει ένας φίλος σου που έχει γενέθλια. Θα πάμε Ploughman, Ιλίσσια. Μέσα στη γη, μέσα στον καπνό, μέσα στο αλκοόλ, στους ανθρώπους, τις κουβέντες, τα darts. Θέλω να έρθω; Αναρωτιέμαι. Θα πρέπει να είμαι κάπως, έτσι; Θα γνωρίσω τους φίλους σου. Θα με γνωρίσουν οι φίλοι σου. Θα πρέπει να είμαι ο μάγκας που είμαι, η ευγενική που δεν είμαι; Θα πρέπει να μιλήσω πολύ, να πω για μένα; Να χαμογελάω; Θα μπορώ να σε φιλήσω;
Οι δείκτες καρφώνονται στις γραμμές δεξιά τους. Δεν πάνε κι αυτοί πίσω, γαμώτο. Ψυχραιμία. Έχω άπλετο χρόνο μέχρι να αγχωθώ. Τι να βάλω; Τακούνι ή μπότα; Παντελόνι ή παντελόνι; Καλά, δεν το συζητώ αυτό! Αμάνικη μπλούζα ή εκείνη την κόκκινη, σπανιόλικη με το κοντό το ζακετάκι που δένει μπροστά; Κι αν κάνει πάλι εκείνη την αφόρητη ζέστη εκεί μέσα; Θα βγάλω το ζακετάκι, ναι. Και θα στο δώσω να μου το κρατάς. Ναι αλλά θα μπορώ να είμαι κοντά σου; Ή θα σε κοιτάζω και θα ξερογλείφομαι; Θα σε πάρουν αυτοί από κοντά μου; Θα σε πάνε στην μπάρα και θα σε ποτίσουν; Κι εγώ θα είμαι υποχρεωμένη να κάνω παρέα με τις γυναίκες της βραδιάς; Θα με αφήσεις τουλάχιστον να σε φιλήσω πριν μπούμε στο μπαρ;
Πρέπει να ξυριστώ. Πρέπει να γυαλίσω την μωρουδίστικη επιδερμίδα μου. Να βάλω κρέμες κι αρώματα, έλαια και δροσιά. Σιγά μην βάλω τίποτα. Θα ανάψω από τώρα το θερμοσίφωνα που καίει κάρβουνο, γιατί χρειάζεται τουλάχιστον μια ωρίτσα για να κάψει το νερό που έχει στην κοιλιά του. Και θα χωθώ στην μπανιέρα. Θα λειάνω κι άλλο το δέρμα μου, θα το καθαρίσω και θα απλώσω με το σφουγγάρι νυχτολούλουδο πάνω του. Κι αν δε μ’αγγίξεις; Αν τα δάχτυλά σου περάσουν πάνω από τα ρούχα μου, χωρίς να ψαχουλέψουν; Θα ανέβεις για λίγο πάνω πριν φύγουμε; …
Να βαφτώ; Να βάλω μπογιές στο πρόσωπό μου; Έντονες ή παλ; Να τονίσω τα χείλη ή τα μάτια μου; Ροζ ή κόκκινο; Πράσινο ή πράσινο; Να σκληρύνω τα χαρακτηριστικά μου ή να γίνω γατούλα που θα βράζει μέσα της; Να σηκώσω τα μαλλιά μου για να αντέξω τη ζέστη, όλους αυτούς τους ανθρώπους, το τζιν που θα καταβροχθίσω, εσένα που θα είσαι στην κοσμάρα σου και θα κάνεις πλάκα με τα αγόρια; Ή να τα αφήσω ελεύθερα να μου χαϊδεύουν τη μέση; Κάτι που θα έπρεπε να κάνεις εσύ! Δε θα αγχωθώ. Όχι ακόμη. Θα πάρω μια βαθιά ανάσα και θα την αφήσω να τρέξει με το που θα μπούμε στο μπαρ. Και θα τους φυσήξω όλους! Και θα μείνουμε εσύ κι εγώ. Τι όμορφα που θα είναι.