Archive for December 9th, 2007

Σταμάτα τις σταγόνες!

December 9th, 2007

Είμαι εγκλωβισμένη σ’ένα σπίτι κάπου στην Ηλιούπολη. Με το laptop στα γόνατα, μαγκώνω τα πλήκτρα και που και που ρίχνω μια κλεφτή ματιά έξω. Σχεδόν σκηνικό από ταινία θυμίζει ό,τι συμβαίνει μπροστά στο τζάμι. Λες και δεκάδες τεχνικοί σκαρφαλωμένοι πάνω σε θεόρατες σκάλες, ρίχνουν νερό με τις μάνικες, την ώρα που άλλοι βάζουν σε λειτουργία πελώριους ανεμιστήρες.

Είμαι στη γη ή στη θάλασσα μέσα; Βεντάλιες από χοντρές σταγόνες λικνίζονται με έντονο τέμπο μπροστά στα μάτια μου, σα φτερά δράκου, σα βλέφαρα. Κι ο θόρυβος αυτός… Δεν είναι απλώς ο ήχος της βροχής. Είναι κάτι πολύ πιο απειλητικό. Ένα σταθερό μαστίγωμα. Λες και κάτι από τη φύση έρχεται με ορμή να σε πνίξει, να σε ταρακουνήσει, να εισβάλλει στη σφαίρα της ασφάλειάς σου.

Έχω αφήσει κάποιο παράθυρο ανοιχτό σπίτι μου; Προσπαθώ να θυμηθώ. Προσπαθώ να φέρω στο μυαλό μου τις τελευταίες κινήσεις που έκανα πριν φύγω. Έσβησα φώτα, πήρα κλειδιά, κλείδωσα. Τα παράθυρα; Εκείνο που δεν κλείνει καλά, στην κουζίνα, το έσφιξα με το μάνταλο ή θα τσαλαβουτά μπρος-πίσω από τον αέρα τόσες ώρες που λείπω;

Τι να κάνω τώρα; Δεν μπορώ να κάνω και τίποτα. Ας κοιτάξω στο meteο να ενημερωθώ τουλάχιστον για τον καιρό αύριο. Θέλω να βγω για φαγητό το μεσημέρι Χαλάνδρι. Να μαζέψω εντυπώσεις. Λέω να πάω από τη “Σουζάνα”, το ανατολίτικο εστιατόριο με τα σούπερ κεφτεδάκια και τα πουγκιά ζυμαρικών γεμισμένα με κιμά. Και το απόγευμα καμιά βολίτσα να μετρήσω ανθρώπινες παρουσίες. Ίσως Εξάρχεια.

Ποιος κύκλωπας θύμωσε τόσο κι αναποδογύρισε τη φωτιά και τη μοίρα; Ακούω γύρω μου τόνους νερού. Σε όποιο δωμάτιο κι αν προσπαθώ να κρυφτώ από τους ήχους, η διάφανη ουσία καταβρέχει τοίχους και σκέπαστρα, πατζούρια και πόρτες. Κι αν καταφέρει να γλιστρίσει μέσα, να συρθεί μπρος στα πόδια μου;

Μου προτείνεις ένα φλιτζάνι τσάι. Τι να το κάνω καημένε; Τον ήχο! Αυτόν, μπορείς να τον κλείσεις; Να σταματήσεις τη θεομηνία που αισθάνομαι να με παίρνει μαζί της, κοντά της; Δε θα φύγω, θα κοιμηθώ εδώ απόψε. Στην μπανιέρα! Πάνω σε κουβέρτες και κουρελούδες. Θα αυτοσχεδιάσουμε τσιγγάνικα.  Μόνο σταμάτα το θρόισμα. Τη μήνη του Ουρανού.

Περπατώ εις το δάσος…

December 9th, 2007

… όταν τα φώτα μέσα στις κουφάλες των δέντρων είναι αναμμένα. Η ίδια πορεία κάθε μέρα.

Ξεκινώ με το καλαθάκι μου περασμένο στο μπράτσο. Σκεπασμένο με το καρέ τραπεζομάντιλο και γεμάτο μανιτάρια. Καταπράσινα, γυαλισμένα λουστρίνια στα πόδια, μαύρο φορεματάκι του κουτιού και γυαλιά ηλίου για να μη φαίνομαι. Να μη διαβάζονται τα μάτια μου. Γαντάκια λευκά κι όταν ο ήλιος έχει τσακωθεί με τη σελήνη, δαντελωτή ομπρελίτσα για το χλωμό το πρόσωπο. Το ίδιο ντύσιμο κάθε μέρα.

Ακολουθώ το μονοπάτι που στρίβει στη βελανιδιά, που ανηφορίζει δίπλα από το ξύλινο σπιτάκι των πουλιών, που καταλήγει στην καταπράσινη λίμνη. Ξαποσταίνω και ρίχνω την πετονιά μου. Χρειάζομαι τα ψάρια για να καλοπιάσω την αρκούδα και να μπορέσω να διασχίσω το πυκνό δάσος. Η ίδια διαδικασία κάθε μέρα.

Μαζεύω όσα περισσότερα λουλούδια και φυλλαράκια μπορώ. Και φτιάχνω πολλές παγίδες για τους νάνους που ξέρω ότι κάπου εδώ κρύβονται και με παρακολουθούν. Μοιράζω την καλημέρα μου σε ισόποσα κομμάτια για όλες τις πεταλούδες του περάσματος. Και περιμένω υπομονετικά στο ξέφωτο, μέχρι να ταϊστούν οι πυγολαμπίδες και να με περάσουν πάνω από τη γέφυρα χωρίς σκαλωσιές. Τα ίδια καλοπιάσματα, φιλιά κι έχθρες κάθε μέρα.

Μέσα στο δάσος αρχινάω τη δουλειά μου. Βγάζω τα παπουτσάκια και το φόρεμα, τα γυαλιά και γαντάκια και χτενίζω τα μαλλιά μου. Αφήνω τις μικροσκοπικές χελώνες του γρασιδιού να με τυλίξουν με σεντόνια και πέταλα και να με φιλέψουν μέλι, ζάχαρη από νούφαρα και πηχτή ρετσίνα. Οι ίδιες γεύσεις κάθε μέρα.

Κάποια στιγμή με παίρνει ο ύπνος δίπλα στο συντριβάνι του μάγου. Ονειρεύομαι πως διέσχισα το δάσος της ζωής, πως έκανα μπάνιο στη λίμνη των χρυσόψαρων, πως ντύθηκα με τα ομορφότερα στολίδια των ρόδων, πως με κάνανε παρέα τα σκιουράκια της γέρικης αλλά αιωνόβιας βελανιδιάς. Ίδιες λέξεις, ίδιες επιθυμίες, ίδιος χρόνος.

Να σου δώσω τα ρούχα μου, τα χτενάκια και τα λουστρίνια μου; Να σου χαρίσω την ομπρέλα και το φυλαχτό μου; Να σου αφήσω εδώ να, δίπλα στη ρίζα σου, τα γαντάκια και τη φαντασία μου; Θα με περάσεις επιτέλους μέσα από το δάσος του παρόντος; Θα με πας πέρα από αυτό που ξέρω; Μακριά από αυτό που φοβάμαι;

Άναψε τα φώτα και πρόσφερέ μου την επόμενη ζωή. Χωρίς να με σκοτώσεις. Θέλω παραπάνω. Θέλω ομορφιά ξανά.

πλάσμα

Πηγή: www.selinafenech.com

Κρατώ τη νύχτα

December 9th, 2007

Πόσοι άγγελοι χρειάζονται για να σηκώσουν τη δική σου την ψυχή; Έχεις “δει” περπατώντας μόνος ξημερώματα σε κάποιο σκοτεινό και ανήμερο δρόμο, πως τα γύρω σου ζωντανεύουν; Κι αντί να φοβάσαι, εσύ αισθάνεσαι να σε αγκαλιάζει το πλακόστρωτο κι ο αέρας, οι λαμπτήρες και τα λιγοστά φύλλα; Νιώθεις να γίνεσαι ένα με τις νυχτερινές, προχωρημένες φοβίες και να τις μετουσιώνεις σε δύναμη;

Πώς να εμπνευστείς από μια εικόνα, ασπρόμαυρη μορφή με φτερά κύκνου κι αετού μαζί, μαλλιά μακριά που χαϊδεύουν το πάτωμα, το όριο. Κουλουριασμένη γύρω από την αύρα της, κρύβοντας ελαφρώς το γυμνό της στήθος, κρατώντας ένα λουλούδι και κοιτάζοντας το καθρέφτισμα.

angel

Πηγή: www.selinafeneh.com

Έτσι είμαι κι εγώ τις νύχτες μου. Κυρτή, κρύβω τις αμυχές κι αφήνω τα όνειρα να φυτρώσουν και πάλι στην πλάτη μου. Κρατώ το νόμισμα της μέρας που πέρασε. Κάλπικο. Ξύλινο; Ή τσίγκινο; Έχω αφημένα τα μαλλιά να γλείφουν τα δάχτυλα των ποδιών μου, να με γαργαλάνε και κοιτάζω τον πάτο αυτού του πηγαδιού. Την αντανάκλαση των άστρων που πάνω στην επιφάνεια του νερού ενώνουν τις ουρίτσες τους και γίνονται ένα παιχνίδισμα από διαμαντάκια.

Καλωσόρισέ με στον κόσμο και σκέπασέ με με τους μύες του ζεστού σου κορμιού.