demon December 20th, 2007
Δεν είμαι καλά. Παραπαίω. Αιστάνομαι έτοιμη να λιποθυμήσω. Να βάλω τα κλάματα. Να αφεθώ στους σπασμούς που ανεβαίνουν όπως ο εμετός, από τα σωθικά προς το λαιμό μου.
Κάθε νεύρο μέσα μου έχει τσιτώσει. Κρυώνω, πονάω ολόκληρη και είμαι εξουθενωμένη. Δύο άνθρωποι για μια μετακόμιση που μοιάζει με παλάτι. Που να χωρέσει το παλάτι μέσα στο καλύβι; Ε;
Έχω μαζέψει 30 χρόνια τώρα τόσους κόκκους και καθρεφτίσματα, ικανά να τρομάξουν και τους πιο ενδελεχώς εξοπλισμένους και ψύχραιμους ρακοσυλλέκτες.
Άπειρα συλλεγμένα αντικείμενα. Από τα πιο ευτελή έως τα πιο περίτεχνα έχουν κι από μια ιστοριούλα πίσω τους. Είμαι αυτό που “δεν πετάει τίποτα!”. Από το ραβασάκι σε εκείνο το μπαράκι κάποιο καλοκαίρι, μέχρι την εξομολόγηση τότε που τρέλανα τον κατά 6 χρόνια μεγαλύτερό μου που πήγαινε και Γ’ Λυκείου… Από το γράμμα ενός πρώην επειδή καταφέραμε και κλείσαμε 9μηνο, έως το απόκομμα από την πανάλαφρη παράσταση των Momix στο Ηρώδειο, όλα κρατημένα σε κουτιά, τσαντάκια και βάζα. Γυάλινες στρόγγυλες θήκες γεμάτες ξύσματα, λογής φωτογραφίες ακόμη κι από πρόσωπα που πέρναγαν τυχαία, βόλοι με δίχρωμα κύματα μέσα τους και σημειώσεις που ξεμακραίνουν λογικής, φιγουράρουν σε κάθε μου συρτάρι. Παλιό και καινούργιο.
Τι έχω μαζέψει θεέ μου… Ό,τι έχει περάσει από τη ζωή και τη ματιά μου, έχει μπει κι έχει βρει τη θέση του σπίτι μου.
Κι εγώ πονάω, τα χέρια μου είναι πληγωμένα, ξεφλουδισμένα, με κόκκινες πιτσιλιές ξεραμένου αίματος εδώ κι εκεί. Κόμπους τόσο ερεθισμένους, που θαρρείς έπαιζα μποξ κι όχι κουβαλούσα αμέτρητες κούτες από εδώ εκεί κι από κάτω επάνω!
Πολλή η ταλαιπωρία, στο λέω. Γουστάρω με τα χίλια που αλλάζω βάση, που ανακαλύπτω νέες κρυψώνες. Μα η κούραση δεν περιγράφεται. Ακόμη κι αν αξίζει, με “αναγκάζει” να γκρινιάξω τώρα.
Και τώρα, 9 και κάτι ώρες αφότου άρχισα και σήμερα να “δουλεύω” πάνω στο σχέδιο “μετακόμιση πριν τα Χριστούγεννα… πάμε!”, αιστάνομαι σαν κάποιος να μου έκλεψε τις βίδες και το λάδι μαζί! Οι πατούσες μου δε γραπώνουν δάπεδο, οι κλειδώσεις λειτουργούν με το ζόρι, τα δάχτυλά μου χρειάζονται βοήθεια και στο πρόσωπο δεν αιστάνομαι τίποτα. Και σε πολλά άλλα σημεία δε νιώθω τίποτα απολύτως. Ένα ξύλο σφιχτό, άκαμπτο, χωρίς θερμοκρασία.
Και ξαφνικά από εκεί που πονούσα φριχτά σα να έχω υποστεί κρυοπάγημα, τώρα είμαι στην απόλυτη απάθεια. Κι εσύ, αντί να δείξεις απεριόριστη κατανόηση και ανοχή -βασικό!- με ρωτάς γιατί σου φέρομαι άσχημα και επιθετικά! Αν είναι… Βάλε λίγο πίσω το “εγώ” σου και δες τον άλλο, απέναντι, που έχει γίνει κουβαλητής, να του σπάνε τα νεύρα, η ανοσοποιητική άμυνα και κάθε λογική αντίδραση.
Σου ζήτησα να με βοηθήσεις δυο ωρίτσες το πρωί. Πριν καν ξεκινήσεις, μου δήλωσες πως… μετά από αυτό, θα κάνεις να οδηγήσεις τη μηχανή 3 μέρες. Το απόγευμα ξανάρθες σπίτι μου για να με βοηθήσεις εκ νέου. Με το που πέρασες το κατώφλι, μου δήλωσες πως τώρα θα μείνεις μέσα έναν ολόκληρο μήνα. Ποιον τιμωρείς έτσι, νομίζεις;
Μωρό, υπάρχουν στιγμές που πραγματικά πρέπει να βάλεις στη σοφίτα τον εαυτό σου!
Πρέπει οπωσδήποτε να κάνω ένα χαμάμ, να φάω, να τυλιχτώ με γούνες και χάδια και να προστατέψω λιγάκι τις αντοχές μου.
Αύριο το πρωί, νωρίς, περιμένω τους μεταφορείς. Κι από κει, θα μου πάνε, ελπίζω, τα βαριά έπιπλα στο νέο σπιτικό. Κι από κει… πρέπει τα πάντα να τα βάλω σε μια νέα τάξη. Προσπαθώντας να αποφύγω παλιές παγίδες. Μα να κάνω το σπίτι μου φαρμακείο; Όλα σε κουτάκια με ετικέτες απέξω; Συνεντεύξεις, άρθρα, Internet, πένες, βοτάνια, παιχνίδια dvd…
Αυτό δεν είναι σπίτι που το ζεις.
Αγχώνομαι και πρέπει να χαλαρώσω. Και να το απολαύσω φυσικά. Η συνέχεια αύριο. Να δούμε πώς θα πάει. Όμορφα!
Καλό βράδυ… να με σκέφτεσαι