Χρόνια Πολλά – Το 6ο κλειδί

demon May 4th, 2008

Τα ‘φτασα, τα ‘φτασα! Τα 6 κεράκια πάνω στο ιντερνετικό μου συννεφάκι. Τους καβάλησα τους 6 μήνες, σαν ένα στενό, υπάκουο κι όσο χρειάζεται νευρικό Bros-άκι.

Επέτειος, μετά από γενέθλια. Μετά από σκέψη, επιμονή και μια ανεμελιά. Αυτό αιστάνομαι όταν μπαίνω, κάθε μέρα, στην μπλογκόσφαιρά μου. Την ανεμελιά ότι αδειάζω ό,τι φορτώνει τους φακούς της καθημερινότητάς μου, εδώ μέσα. Εδώ πάνω. Εδώ κάτω. Σε μια κόλλα χαρτί. Σε μια οθόνη. Σε φίλους και εχθρούς. Σε αγνώστους. Σε ανθρώπους που ίσως γνωρίσω. Σε εκείνους που ίσως ξέρω, αλλά δεν το ξέρω πως τους ξέρω. Σε κείνους που δε θα δω ποτέ. Σε άλλους που ίσως και να με διαβάζουν φανατικά (?), αλλά να κρύβονται. Γιατί να βγουν στο ξέφωτο άλλωστε;

Τα έκανα λοιπόν εγώ τα 6 βηματάκια στο διαδίκτυο. Έφτασα στην καμάρα, τεντώθηκα στις μύτες κι άρπαξα το 6ο κλειδί.

Χρόνια πολλά blogosfaira. Πόσο θα πας; Πόσο θα μπουσουλήσεις; Πόσο θα με αφήσεις να ασελγώ με την πένα μου πάνω σου;

Για να δούμε…

Αν κάποιοι με εκτιμήσατε μέσα από τούτα εδώ τα κείμενα, σας ευχαριστώ. Αν κάποιοι με πλησιάσατε τόσο, ώστε και να θέλετε να με δείτε, να με γνωρίσετε από κοντά, τότε χαίρομαι διπλά.

Υ.Γ. Αν είστε άντρες, αφήστε παρακαλώ τα στοιχεία σας. Κατόπιν επεξεργασίας με το φάντασμά μου, θα επικοινωνήσουμε. Ποτέ δεν ξέρεις ρε αδελφέ. Είπαμε. Κι αν το χάσω το κλειδί μου; Ποιος θα μου ανοίξει εμένα; Ε?!

Πηγή εικόνας: xouakina.blogspot.com

Βελόνα - κλωστή = ζωή

demon May 3rd, 2008

Νάτη η βελόνα που με τρύπησε. Την είδες; Την ψηλάφισες; Την άφησες να σου τρυπήσει κι εσένα το δέρμα; Να σου στάξει λευκό αίμα από τα σωθικά;
Πριν μια ώρα, ο εαυτός μου με ξύπνησε. Με σήκωσε από το κρεβάτι. Με έστειλε να πλύνω τα χέρια μου. Λες και αναμένω κάτι. Κάτι που θα το αγγίξω και γι’αυτό έπρεπε τα άκρα μου να είναι καθαρά. Φρέσκα. Αμόλυντα.

Τώρα, μια ώρα και κάτι μετά, κάθομαι στο γραφείο μου. Έχω ανάψει τα τρία μου κεριά, τα έχω κρύψει πίσω από τζαμένια κουτιά και τ’αφήνω να μου φέξουν ίσα δα, για να βλέπω το πρόσωπό μου στην αντανάκλαση…

Βελόνα… κλωστή…

Η βελόνα είσαι εσύ και η κλωστή η ζωή μου.

Και προσπαθείς τώρα να περάσεις μέσα στη ζωούλα μου. (σκέψη λανθάνουσα τώρα που το ξαναβλέπω!)

Προσπαθείς να χωρέσεις εμένα στη ζωή μου.

Προσπαθείς να τρυπώσεις, να δέσεις κομπάκι, να ράψεις πάνω μου διαχωριστική γραμμή. Σαν άσφαλτος.

Πηγή εικόνας: www.dpchallenge.com

Σβήσε τα φώτα

demon March 6th, 2008

(Πηγή εικόνας: www.stegen.com)

Μ’αρέσει όταν ξεχνιούνται και κοιμούνται τα φώτα. Όταν μ’αφήνουν μόνη με τον εαυτό μου, χωρίς καθρέφτες και λαμπερά περάσματα…

- Πόσο μ’αρέσει όταν έχει blackout.
- «Εμένα πάλι καθόλου. Χωρίς ρεύμα δε γίνεται τίποτα!»
- Γκρινιάρικο στρουμφάκι. Μια και το ‘πες… Τι μπορούμε να κάνουμε εμείς οι δυο χωρίς ρεύμα, μέσα στο σπίτι;
- «Τίποτα;»
- Τίποτα?!!! α) sex.
- «Αυτό εννοείται!»
- Ναι. Εννοείται τόσο, που έχουμε να κάνουμε sex από…
- «Μωρό! Κόφτω!»
- Γιατί; Από χτες το βράδυ σκόπευα να πω. Θα σε γράψω στην blogosfaira!
- «Κι αυτό τώρα τι είναι; Απειλή;»
- Ναι, γιατί δεν πιάνει; Λοιπόν τι άλλο μπορούμε να κάνουμε λες;
- «Τίποτα. Μόνο αυτό».
- Τι λες… α) sex, μπου) να μιλήσουμε! (ενθουσιασμένη εγώ)
- «Είναι υποχρεωτικό αυτό; Α, αυτό μπορείς να το βάλεις στην blogosfaira!»
- Εξυπνάκια.

~

Κατά τις 17:15 σβήσαν όλα τα φώτα. Ακόμη και το φως της δύσης. Μη ξέροντας τι να κάνουμε μέσα -τόσο καλά-, κι αφού θεωρήσαμε κακή ιδέα το να κάνουμε sex, ιδρωμένοι ακόμα από την πρωινή μας βόλτα, αποφασίσαμε να ξαναβγούμε και να ξαναπερπατήσουμε! Ω ναι.

Δεύτερος γύρος!

Εγώ πάλι γιατί θεωρώ ότι αυτή η συσκότιση μας ενώνει με έναν μυστηριακό τρόπο; Θα ‘θελα ε; Ναι.

Θα ‘θελα να βγούμε έστω και λιγάκι, έστω και με τη «λάθος» αφορμή από τη μαλακία της ατομικότητας. Για κοίτα λιγάκι έξω από αυτή την πόρτα. Τη βαριά, παλιά, σιδερένια.

Περπατήσαμε από στενά και δρομάκια, μονοκατοικίες με απίθανες σιδερένιες, βαριές, αχνοφώτιστες πόρτες με πανέμορφα βιτρό, μέσα από πάρκα και σταθμευμένα αυτοκίνητα. Μέσα στη σκοτεινιά. Ήταν απόγευμα κι όμως ήταν νύχτα. Και σκεφτόμουν πως όλοι το ίδιο πράγμα έκαναν εκείνη τη στιγμή. Άναβαν κεριά, έψαχναν για σπίρτα, φακούς, αναπτήρες. Κοιτούσαν έξω από τα παράθυρά τους στο απέναντι πεζοδρόμιο να δουν. Ούτε ο άλλος έχει φως;

Είδες;

Αν είχαμε μείνει μέσα και είχαμε κάνει sex, θα μας έπαιρνε μετά ανύποπτα, ξεθεωμένα ο ύπνος και θα ανοίγαμε τα μάτια μας όταν πια θα είχε έρθει το φως…


Πηγή εικόνας: absolumentfemmes.com

Φτιάχνω τη νύχτα (μου)

demon February 28th, 2008

Έχω χωθεί ολόκληρη στις κίτρινες τσιχλόφουσκες της μπύρας.

Σαν το γουρουνάκι μες τη βύνη…

Ψάχνω στον Firefox το πρόγραμμα τηλεόρασης του «αθηνοράματος».  Αυτή, αποφάσισα, θα είναι η απόλαυσή μου απόψε. Και το σκέφτηκα καλά…

Θα χτίσω μια ξεχωριστή βραδιά με σπιρτόκουτα. Θα τα τοποθετήσω όμως με τέτοιο τρόπο το ένα μέσα, δίπλα, πάνω στο άλλο και θα τα βάψω με ένα τόσο φουτουριστικό τρόπο, ώστε να μην καταλάβω ότι τα μέσα μου είναι φτωχά. Και θα περάσω όμορφα… Όμορφα πολύ!

Η τηλεόραση δεν παίζει τελικά τίποτα που να με ενδιαφέρει και να μην το ‘χω δει. Θα δω dvd. Έχω να επιλέξω για τον εαυτό μου ταινία πάνω από ένα χρόνο… Τους έξι μήνες που ήμουν Σαντορίνη, δεν άνοιξα το χαζοκούτι σχεδόν ποτέ, ενώ πριν και μετά, εδώ, απλώς σνόμπαρα το γυάλινο κουτί. Κανένα κέφι για TV.

Θα δω το «Hot Fuzz» (καυτοί + άσφαιροι). Θα κατεβάσω από το ντουλάπι την αγαπημένη μου πιατέλα. Γυάλινη, βαριά πολύ, με μπλε-πράσινους ιριδισμούς από φυσητό γυαλί, μ’ένα μικρό «λακάκι» στο μέσο.

Θα τη γαρνίρω με διαφόρων ειδών τυράκια και κριτσίνια από καλαμπόκι που θα σχηματίσουν έναν ήλιο.

Και στη μέση, στο βαθούλωμα θα πασπαλίσω τσιπς με ρίγανη!!!

Όλα τα σκατολοΐδια μαζί.

Όταν τελειώσει η ταινία, θα μπω για ένα γρήγορο, καυτό ντους. Να χαλαρώσει το κορμί μου, αλλά να ξυπνήσει το πνεύμα μου. Μετά, θα τσακώσω μερικές πινελιές παγωτού από το Μαύρο Βουνό (!Black Forest). Και λίγο αργότερα, όταν θα αρχίσει να μου περνά η δροσερή ανατριχίλα του παγωτού, θα σβήσω με πολύ προσήλωση τα κεριά μου, τα χάρτινα φαναράκια στη βιβλιοθήκη, θα κατέβω από το “Τρένο” του Armand Amar,  θα καληνυχτίσω τη γάτα μου, εσένα στο τηλέφωνο και θα τεντωθώ κάτω από το σεντόνι…

Καληνύχτα και σε σένα!

Πηγή εικόνας: www.zorpia.com

Με διώχνεις. Τουλάχιστον κοίταξέ με!

demon February 23rd, 2008

Τους τελευταίους δύο μήνες δεν έχουμε σχέση.

Απλώς κοιμόμαστε μαζί τα βράδια, ξυπνάμε δίπλα-δίπλα τυχαία, τρώμε που και που μαζί και ξεκαβλώνουμε επίσης παρέα.

Δεν μπορώ άλλο. Όχι, μπορώ! Είμαι ανθεκτικό πλάσμα.
ΔΕ ΘΕΛΩ!!!

Πάρε μια απόφαση και θα τη σεβαστώ. Θες να χωρίσουμε και να ξαναπαλέψουμε μετά από μήνες; Θες να τελειώσουμε εδώ αυτό που τόσο αλλόκοτα, σαρκικά και κεραυνοβόλα ξεκίνησε; Θες να προσπαθήσουμε;

Πάρε μια απόφαση. Ό,τι κι αν αποφασίσεις θα το σεβαστώ. Μόνο αντιμετώπισέ με!!!

{Εξαφανίστηκα για ένα εικοσάλεπτο στο μπάνιο. Λούστηκα. Κι όπως βγήκα φουριόζα με την κόκκινη πετσέτα γύρω από τα νωπά μου μαλλιά, βρήκα πάνω στο μαξιλάρι μου τρία τριαντάφυλλα. Λευκά. Ένα για κάθε μήνα που ξέχασες να μας ευχηθείς, μου είπες.}

Τι άλλο θα μπορούσα να ζητήσω; Έχω απέναντί μου τρία ολόφρεσκα ρόδα, που μου τα προσέφερε ο άνθρωπος που αγαπώ βαθιά. Έχω το gin στο δεξί μου χέρι. Είμαι καθαρή και μυρίζω υπέροχα λευκά. Ισορροπώ πάνω στη γραμμή του κοκκινωπού ορίζοντα που σχηματίζουν τα κεριά μου. Μου μαγειρεύεις εξαιρετικά λαζάνια. Γιούπι, πεινάω! Και ξέρω πως αργότερα θα μπεις μέσα μου και θα με αφήσεις μετά από καιρό, να μπω κι εγώ. Και θα κοιταζόμαστε. Αλλά δε θα δακρύσουμε αυτή τη φορά.

Τι άλλο θα μπορούσα να ζητήσω; Αφού έχω καρφιτσωμένη πάνω μου την κάρτα σου που γράφει: «Σ’αγαπώ για πάντα»!

Για να μην το ξεχνάω………………………………………..

Πηγή εικόνας: www.houstonphoto.com

Δεν μπορείς να με έχεις, γιατί δε με έχω ούτε ΄γω

demon February 21st, 2008

Φτου!

Insomnia.

Είχε αιώνες άπειρους να με χτυπήσει στη φλέβα τούτο το γνώριμο συναίστημα. Που δε λογαριάζει τους δείκτες του χρόνου, ούτε το βάρος της ανάσας. Το μάτι που έχει χαθεί για λίγο μέσα σε άλλες ζωές και σύμπαντα.

Έρχεται αυτό το πλαστικό, άχαρο, ζωηρό χέρι και σε ταρακουνά. Μέχρι να μη θες πια να είσαι ξαπλωμένος.

Κατά τις 04 ξάπλωσα και 05 είχα ήδη τα πρώτα σημάδια πάνω στα πόδια μου. Νευρικά, σφιγμένα, δε χαλάρωναν, δεν ανέπνεαν. Και μετά τα δάχτυλά μου. Τα χέρια μου σα γροθιές που έπρεπε να εκτονώσουν αυτό το λαστιχένιο δέσιμο. Να ανοίξουν, να πέσουν, να σταθούν στη ζωή και πάλι.

Για ένα μισάωρο έπαιζα ζάρια με τις σκιές που έχουν θρονιαστεί πίσω από την πόρτα της ψυχής μου. Κι έχασα, φυσικά.
05:30 εγκατέλειψα κάθε προσπάθεια να συμφιλιωθώ με τον ύπνο μου.

Insomnia.

Και τώρα κάθομαι και σε κοιτάζω. Με βλέπεις άραγε; Ή εσύ κοιμάσαι μακριά από το κερί της νύχτας;

Νιώθεις τους παλμούς τους ξυπνητούς; Την καρδιά μου που αγωνιά να ξαναβρεί χτύπο νύχτας κι όχι μέρας;

Μήπως δα με ονειρεύεσαι να χαρώ τουλάχιστον; Βλέπεις το κορμί μου, γυμνό; Το ποθείς; Να ανοίξω σα φερμουάρ τα χείλη μου τα πουπουλένια, να χωθείς εκεί μέσα; Να απλώσω ηλιαχτίδες σκοτεινές τα μαλλιά μου πάνω στο στήθος σου να σε γαργαλήσω ερωτικά και τόσο ακατάλληλα; Να σε κρύψω μέσα μου; Ή να κρυφτώ εγώ;

Μα ξέρεις… όσο και να θέλω να στήσω όλους μου τους πύργους μπροστά σου για να διαλέξεις τον πιο επίπονα δυνατό, δεν μπορώ να στο χαρίσω αυτό.

Δεν μπορώ να με δώσω σε σένα. Όχι πια. Γιατί δε μ’έχω. Μ’έχασα σε μια παρτίδα. Ένα καλοκαίρι που ίδρωσα και γλίστρησε η καρδιά μου από την πολεμίστρα.

“Μονάχα μια ζαριά είναι αρκετή για να καείς, να ξεχάσεις, να χάσεις. Μια ζαριά αέρα, μια ζαριά σκόνης, μια ζαριά θανάτου” είχε ψιθυρίσει τότε ο εφιάλτης στο αυτί μου. Πόσο δίκιο είχε…

Οπότε… λυπάμαι. Δεν μπορείς να με έχεις. Δεν μπορώ να κατέβω από το ράφι. Θα μείνω εκεί να κοιτάζω κάτω τους περαστικούς να ψάχνουν, να δείχνουν, να σχολιάζουν. Και δε θα κατέβω για κανέναν. Ποτέ ξανά.

Όχι πως με είχα και ποτέ για να με δώσω. Είναι όμορφα να νομίζεις ότι έχεις κάποιον.

Έχω;

Έχεις;

Με θες;

Τότε κέρασέ με τη ζωή σου κι έλα ελευθέρωσέ με! Για όσο με έχεις, θα ‘μαι εκεί.

Πηγή εικόνας: artnudes.blogspot.com

Η υπόσχεση

demon February 6th, 2008

Μου είχες υποσχεθεί ότι θα πάμε μαζί διακοπές. Κάποτε.

Πως θα μπούμε στη θάλασσα χεράκι-χεράκι, πως θα αγκαλιαστούμε κάτω από το νερό και θα τυλιχτούμε ο ένας γύρω από τον άλλο, σαν τις πλεξούδες.

Μου ‘χες πει ότι έστω κι ένα καλοκαίρι θα ήταν δικό μας. Σε αυτή τη ζωή.

Ποτέ δε μου το χάρισες. Ποτέ δε μου το τραγούδησες.

Κι εγώ τώρα σκέφτομαι τα Χριστούγεννα, ξανά.

Θέλω να ξανάρθουν. Να σε έχω αγκαλιά πάνω στο στήθος μου.

Να ‘μαστε ξαπλωμένοι ελαφρά στη φλοκάτη και τα σώματά μας να ‘ναι ευτυχισμένα.

Να ΄χω αναμμένα τα κεριά μες στις γυάλες με το νερό και τα φωτάκια στα τζάμια να αχνοφέγγουν κοκκινωπές σπίθες.

Να σε κερνάω όλη μου τη δύναμη κι εσύ τα χάδια όλων σου των ζωών.

Κάποτε

Ποτέ

Υπόσχεση

Σαν το μέλι

demon January 26th, 2008

Καλή αρχή. Καλή μέρα. Καλή προσπάθεια.

Μη με αγγίξεις ακόμη. Με κρατάω για μένα.

Τα χείλη μου τα προορίζω για το όνειρο.

Τα μαλλιά μου για το νερό.

Το σώμα μου για τον αέρα.

Τα χέρια μου για τα κεριά.

Τα δάχτυλά μου για το εγώ.

Εσένα θα σου δώσω το μάτι μου. Μετά.

Μετά την παράσταση, μετά το φως, μόλις κουραστεί το μυαλό και οι σκέψεις αποσυρθούν η μία μετά την άλλη στα ενδότερα, στην ψυχή τους.

Καλή μέρα.

Σαν το μέλι αιστάνομαι. Γλυκιά, ζεστή, ανοιχτόχρωμη, δυνατή, μεστή, γεμάτη καμπύλες έτοιμες να ξαπλώσουν στο κουτάλι σου, σχηματίζοντας κυματισμούς σε κάθε κίνηση.

Περίμενε το βράδυ. Τότε θα σου πω πόσο καλή είναι η μέρα!

Καλή μέρα για τώρα. Γέμισε το τενεκεδένιο κουτί με τα αρσενικά σου σάλια και πλημμύρισέ με με αυτά όταν και η τελευταία αχτίδα τραβηχτεί μέσα, σαν την κεραία του σαλιγκαριού…

Καλή μέρα, κάνε προσπάθεια να κάνεις μια καλή αρχή.

Πηγή εικόνας: objet-petit.blogspot.com

Είσαι ή αιστάνεσαι;

demon January 20th, 2008

Τι συμβαίνει ακριβώς όταν είσαι μόνος; Και πόσο χειρότερο είναι, στ’αλήθεια, να είσαι από το να αιστάνεσαι μόνος;

Τα ρολά ούτως ή άλλως κατεβασμένα είναι. Είμαι μόνη, στο σπίτι. Έχω τα απαραίτητα φώτα αναμμένα. Πέντε κεριά όλα κι όλα, δηλαδή. Ένα ποτήρι του κρασιού γεμάτο και μια σκοτεινή, gothic μουσική να απασχολεί το υποσυνείδητό μου.

Ρουφάω σε ρυθμό τεσσάρων τετάρτων, απόλυτα ισορροπημένο λοιπόν, τις αναμνήσεις από το πρόσφατο βράδυ μας.  Φορώντας ένα καλοκαιρινό σορτσάκι και την άνεση του να είσαι ξυπόλητος, κόβω βόλτες στο παρκέ.

Είμαι μόνη και είμαι καλά. Απλώς αναρωτιέμαι τι θα συνέβαινε αν ήσουν εδώ κι αν είμασταν μαζί. Τώρα. Και για πόσο θα άντεχες να τροφοδοτείς την καρδούλα μου με κόκκινο αίμα.

ws_red_heart_in_corner_1152x864.jpg

( Πηγή εικόνας: wallpaperstock.net)

Χτες ήμασταν μαζί κι από ένα σημείο κι έπειτα, νόμιζα ότι περπατούσαμε απλώς δίπλα-δίπλα ο ένας στον άλλο. Χωρίς να υπάρχει καμία απολύτως ανάγκη να σε ακουμπήσω ή να με κοιτάξεις καν, πορευόμασταν παραλλήλως. Όπως θα μπορούσε να είχε συμβεί, δηλαδή, στην πραγματική μας ζωή. Αν δεν είχαμε γνωριστεί.. Θα μπορούσαμε κάλλιστα να μένουμε πολύ κοντά ή να συχνάζουμε στο ίδιο μπαρ, να έχουμε κοινούς φίλους ή να έχουμε μπει στο ίδιο κατάστημα την ίδια ώρα. Κι όμως να μην κοιταχτούμε ποτέ…

Δε σε τρομάζει αυτό;

Το ότι δε μας ένωσε η μοίρα;

Το ότι, τελικά, αν για κάποιο λόγο δε σε πρόσεχα και δε με πρόσεχες, τότε που έγινε αυτό,  ουδέποτε άλλοτε θα είχαμε την ευκαιρία να δοκιμαστούμε, να γευτούμε ο ένας τον άλλο!

Διότι ποτέ μου δε θα σε πρόσεχα. Και ποτέ σου δε θα έκανες το πρώτο βήμα. Γιατί, εσύ, δεν κάνεις το πρώτο βήμα. Και γιατί εγώ, κοιτάζω άλλους και κοίταζα για άλλα πράγματα.

Οπότε;

Είμαστε τυχεροί ή… όχι; Η σχέση μας θα συνέβαινε ούτως ή άλλως ή συνέβη απλώς;

Πρέπει και είναι γραφτό μας να είμαστε μαζί;

Ή εσύ κι εγώ, είμαστε ο ένας για τον άλλον, το ένα βήμα πριν την επόμενη, σημαδιακή σχέση; Η προετοιμασία πριν η καρδιά και η μοίρα δοθούν απόλυτα σε έναν άνθρωπο, ξένο;

τζογάρεις στη μοίρα σου;

demon January 5th, 2008

(Πηγή εικόνας: tradescadia.blogspot.com)

Κάθομαι μέσα στο μαύρο και παίζω με τις σκιές στον τοίχο. Τα κεριά μου είναι σαν τη χρυσόσκονη που αφήνουν πίσω τους οι κομήτες των ξωτικών. Το σώμα του σπιτιού δονείται από το “Oceans of time” του Axel Rudi Pell.

–> “The dust turned to stone, and the black moon touched the dawn
as we tried to get out of this world of burning fear ooh…

… Passed the black moon on our way
We’re sailing on the oceans of time”

Ωκεανοί του χρόνου, ωκεανοί του πόνου, ωκεανοί του παρόντος, έτοιμοι να κατασπαράξουν όποιο κομμάτι τολμήσεις να αφήσεις πίσω.

Έκοψα κι εγώ την πίτα. Κι έψαξα πολύ για το φλουρί. Έψαξα για ένα πολύ μικρό κομμάτι χρυσού εκεί μέσα, ανάμεσα στο ζυμαράκι και το τρίμμα. Έψαξα για εκείνο που το λένε τύχη και που όλοι θέλουν με κάθε τίμημα να το αποκτήσουν. Το μαγικό φλουρί, το γούρι της νέας χρονιάς.

Έψαξα και μέσα μου. Βούτηξα στα λιμνάζοντα νερά που σχηματίζει στην ουρά της, στο τελείωμά της η ψυχή μου. Κάθισα στην αιώρα με το βλέμμα προς τις ρίζες. Κι έκανα πέρα με τις παλάμες μου τα φυλλαράκια και τα αγριόχορτα. Σχημάτισα μια τρίχινη σκούπα με τα μαλλιά μου και μαγνήτισα όλη τη σκόνη.

Και με βήμα γοργό και με τα χέρια απλωμένα πέρασα την πύλη του δάσους και χτύπησα την πορτούλα στο σπίτι. Θες την τύχη; Κράτησέ την και δώσε μου τη ζωή. Θες μαγεία; Κράτα την κι αυτή και δώσε μου τους δείκτες. Να σταθώ απέναντι από τον άνεμο και να ρουφήξω όλη τη δίνη.

Θέλω να κάνω τραμπάλα, να παίξω κρυφτούλι στο ταβάνι. Να κάνω τσουλήθρα και να προσγειωθώ στα χείλη σου, να σκίσω τον πάγο όλου του κόσμου με τα πέδιλα των ματιών μου και να μπω μες την καρδιά σου για ένα κομμάτι φλόγας.

Next »