Archive for November 21st, 2007

Έχει πλάκα

November 21st, 2007

Ταχυπληρωμή για την Interamerican. Είπα κι εγώ να ακούσω το φίλο μου και πρώτη φορά στη ζωή μου να πληρώσω την ασφάλεια του μηχανακίου μέσω του τέρατος που είναι τοποθετημένο στα ΕΛΤΑ.

Wow… τι λέτε? Έχει και οθόνη αφής; Γουστάρω κουμπάκια, τεχνητή νοημοσύνη και τεχνολογία. Λέμε τώρα.

Ο κύριος μπροστά μας ήταν μες τη φούρια. Κρατούσε δυο λογαριασμούς: έναν ΕΥΔΑΠ κι έναν της ΔΕΗ. Λογικά η όλη διαδικασία θα έπρεπε να διαρκεί κάτω από 1 λεπτό, σκέφτηκα, κι ετοίμασα τα κολλαριστά χρήματα που μόλις είχα πάρει από την τράπεζα.

Αμ δε! Η ταχυπληρωμή εξελίχθηκε σε εφιάλτη βραδυπληρωμής. Κι όλοι εμείς που περιμέναμε στη σειρά βρεθήκαμε γρήγορα να καταρριόμαστε το τεχνολογικό θηρίο που στεκόταν μπροστά μας και δεν έλεγε να πάρει μπρος.

Πρώτο βήμα, βάζουμε το απόκομμα του λογαριασμού. Καλά μέχρι εδώ. Δεύτερο βήμα επιλέγεις τι θες να πληρώσεις. Και πάλι εντάξει. Κι έρχεται η μεγάλη στιγμή, κατά την οποία πρέπει να τοποθετήσεις τα χαρτονομίσματα στην εσοχή του στόματος του τέρατος. Κι εκεί είναι που το μηχάνημα τα ‘παιξε. Αρχικά απλώς ξερνούσε τα χρήματα επιστρέφοντάς τα. Φτου κι από την αρχή, ένα-ένα τα πενηντάευρα. Μετά όμως το θηρίο τσαντίστηκε κι άρχισε να τα φτύνει. Με αποτέλεσμα ο κατά τα άλλα ψύχραιμος κύριος να κυνηγά τα χρήματά του στο πάτωμα των ΕΛΤΑ!!!

Είδε κι απόειδε ο άνθρωπος. Και η ουρά από κει που είχε νεύρα κι ανέβαζε θερμοκρασία το έριξε, ευτυχώς για όλους, στην πλάκα. “Α, σε αυτή την προσπάθεια, το μηχάνημα είπε ένα μήνυμα που δεν είχε πει προηγουμένως. Λέτε να δουλέψει τώρα;”, “Ας χειροκροτήσουμε μήπως είναι ντροπαλό μωρέ”, “Ναι, ναι, είπε την πρώτη του λεξούλα!”, “Σιγά μην βγάλει και δοντάκι…”.

Χαβαλές από το πουθενά, στο καταμεσήμερο μέσα στο κατάστημα των ΕΛΤΑ. Αυτό είναι. Τουλάχιστον. Θα μπορούσε να εκτυλίσσεται μια απείρου κάλλους σκηνή, με εκνευρισμούς και φωνές, όπως συμβαίνει συνήθως στις δημόσιες υπηρεσίες.

Λάγνος

November 21st, 2007

Με πήρε η μαμά μου στο κινητό. Μα γιατί στο κινητό; Σε παίρνω τηλέφωνο σπίτι αλλά μου δείχνει ότι είναι νεκρό. Κατάλαβα. Η ιδιωτική εταιρία τηλεφωνίας που προσφάτως επέλεξα, πανάθεμά με, παίζει κρυφτό με τη σκιά της πάλι. Ας είναι. “Κλείσε, σε λιγάκι σε παίρνω εγώ”. Να τελειώσει το δελτίο, που μου θυμίζει πού ζω.

Θυμάσαι κάποτε, όταν πηγαίναμε ακόμη σχολείο, που σηκώναμε το ακουστικό, του σταθερού τηλεφώνου μάλιστα, κι ακούγαμε απαγορευμένες συνομιλίες από Αθηναίους διάσπαρτους στις γειτονιές της καθημερινότητας;

Αυτό που συνέβη με ταξίδεψε ευχάριστα σε αλλοτινά μεγαλεία, παιδικών, σχεδόν, χρόνων. Με το που σήκωσα το ασύρματο τηλέφωνο και πάτησα το πράσινο κουμπάκι για γραμμή, έπεσα πάνω σε μια καπνισμένη γυναικεία φωνή: “Τελικά τι του μαγείρεψες; Τα λαζάνια; Όχι; Και τι έφαγε; Α, του έκανες το κρέας τελικά ε;”¨.

Ήταν πολύ ωραίο, αλλά και αστείο και σχεδόν αιστάνθηκα ότι διέπραττα κάτι κακό ωττακούωντας. Νομίζω ότι πήρα χρώμα την ώρα που σκεφτόμουν εάν έπρεπε να συνεχίσω να ακούω τα των μαγειρικών προτιμήσεων των δύο φιλενάδων ή να ασχοληθώ με κάτι… λιγότερο σοβαρό. Είχα χρόνο, άπλετο. Οπότε, έμεινα να μορφώνομαι και να παίρνω ιδέες για την blogosfaira μου.

Προς στιγμή σκέφτηκα να μιλήσω, να βάλω τη φωνή μου στο play, έτσι από περιέργεια. Για να δω αν η τύπισσα θα με άκουγε, μια και η μουσική που είχα στο  background δε φάνηκε να της αποσπά την ακουστική προσοχή όλη αυτή την ώρα.

Μετά από λίγο, το έκλεισα, διότι είχα κι ένα τηλεφώνημα να κάνω. Ξανασηκώνω λοιπόν το ακουστικό, πατάω και πάλι το πράσινο κουμπάκι και περιμένω το γνώριμο ήχο. “Είχα βάλει σιτάρι στην κατσαρόλα και μου πήρε πάρα πολύ χρόνο να το μαγειρέψω. Εντωμεταξύ έπρεπε και να προσέχω γιατί μου κολλούσε συνέχεια. Εσύ τι έκανες”.

Η μέρα των κουζινικών. Μα είναι δυνατόν; Στις πόσες υπάρχει η πιθανότητα αυτού που μόλις έγινε;

Ε, στην τρίτη, απλώς το τηλέφωνο δε λειτουργούσε. Νεκρό, τελείως όμως. Στούμπωσε. Κι εγώ απέμεινα να αναρωτιέμαι, πώς θα ήταν εάν άκουγα ένα ζευγάρι να μιλά στο τηλέφωνο. Να εξομολογείται χρώματα, να αγγίζεται, να κάνει νάζια ο ένας στη λαγνεία του άλλου. Next time!