Έλα λοιπόν, βρέξε!
demon March 17th, 2008
Έχω περίεργη διάθεση σήμερα. Ξύπνησα βαριά, σαν αλυσίδα βαρυποινίτη.
Άφησα το μεσημέρι να μου χτυπήσει την πόρτα. Να μου σηκώσει τα βλέφαρα. Να μου τεντώσει το σώμα.
Ευτυχώς που είχες εσύ την καλύτερη των διαθέσεων, να παλαντζάρει λιγάκι το πράγμα. Με υποδέχτηκες με χίλια φιλιά και πολλά «σ’αγαπώ» έτοιμα, αχνιστά, λαμπερά σα σταγόνες.
Όμορφα. Με ζηλεύω.
Άνοιξα όλα τα παραθύρια στο σπίτι σου να κυκλοφορήσει ο αέρας. Να πάει σ’όλες τις κρυμμένες γωνιές, κάτω από τα βαριά έπιπλα, ανάμεσα στις σούστες του κρεβατιού μας.
Αλλά γρήγορα κρύωσα. Μαζί με το ολόφρεσκο οξυγόνο μπήκε σαν πιπέρι και η ψύχρα. Και με έκαψε, με έτσουξε, με έσπρωξε.
Κι έτρεξα να σταματήσω το ρεύμα. Να κλείσω τα τζάμια και ν’αφήσω μοναχά το φως να χορέψει στα δωμάτια και τους τοίχους. Πάνω στις γάτες και τα μαλλιά μας.
Αλλά κι αυτό γρήγορα σώθηκε. Πήγε σε άλλη ήπειρο, να ζεστάνει άλλους ανθρώπους, σήμερα.
Κι έτσι, τώρα, κάθομαι μπροστά στο βρώμικο τζάμι και περιμένω να ‘ρθει η βροχή. Τι άλλο; Να ανοίξει τα σακούλια της, να πέσουν με φόρα από μέσα τα βοτσαλάκια. Να μελαγχολήσω, να σκεφτώ λευκά κι άτονα, να αποζητήσω τη μεγάλη σου αγκαλιά και τα ζεστά σου χνώτα.
Έλα λοιπόν!
(…Πάω ν’απλώσω ρούχα…)
Πηγή εικόνας: blogs.ebau.co.uk/edenart