Αγάπησέ με

demon February 7th, 2008

- Με κάνεις να είμαι θλιμμένη. Με κάνεις να είμαι δυστυχισμένη τώρα. Με κάνεις να μη θέλω να σε κοιτάξω.
- «Λυπάμαι. Δεν το κάνω επίτηδες».
- Το κάνεις όμως! Φύγε. Θέλω να μείνω μόνη.
- «Δε θέλω να φύγεις ποτέ. Δε θέλω να χωρίσουμε ποτέ. Εσύ είσαι η γυναίκα μου».
- Ναι… : ) Το βλέπω.
- «Τα μάτια σου δείχνουν σκέψεις. Τι σκέφτεσαι;
- Τίποτα.
- «Πες μου σε παρακαλώ… Πονάς;»
- Δε σε αφορά.
- «Με αφορά. Πάντα θα με αφορά».
- Σε αφορά μόνο για όσο θα είμαστε μαζί. Για το σύντομο αυτό διάστημα.
- «Το σύντομο διάστημα θα είναι για πάντα».

Έχεις τρυπώσει το κεφάλι σου ανάμεσα στα πόδια μου, μου έχεις τραβήξει τα χέρια και τα έχεις κλειδώσει μέσα στα δικά σου και με κοιτάζεις ανάποδα. Μου λες… Όλο μου λες. Πρώτα μου κάνεις και μετά απλώς μου λες… Και οι λέξεις, οι δικές σου, είναι σφουγγάρι που σβήνει. Που διορθώνει. Που διαγράφει. Μη λες, μην κάνεις! Νομίζεις ότι οι λέξεις σου απαλύνουν; Μην το κάνεις αυτό. Πρώτα μου κάνεις, μετά μου λες. Δεν μπορείς να το κάνεις αυτό.

Τώρα που είσαι έτσι, ανάποδα, σημαίνει ότι και οι λέξεις σου βγαίνουν ανάποδα; Το πάνω χείλος έγινε κάτω, και το κάτω επάνω. Έτσι και οι έννοιές σου ανάποδα σημαίνουν; Το αντίθετο σημαίνουν; Ή μήπως διαβάζονται ανάποδα; Ή μήπως εμείς οι δυο ταιριάζουμε γαλήνια μονάχα όταν κοιταζόμαστε ανάποδα; Τα χείλη μου στο μέτωπό σου και τα μάτια σου στο πηγούνι μου. Τότε μόνο γινόμαστε κλειδί και κλειδαριά, αράχνη και ιστός, οι πέντε αισθήσεις;

Θέλω για μια φορά να μην πεις. Να μην προλάβεις να πεις. Μόνο να κάνεις. Τα σωστά πράγματα, τις σωστές σκέψεις. Εμένα μέσα σε σένα. Κι εσένα μέσα σε μένα. Μπορείς να το κάνεις αυτό; Αγάπησέ με και δείξ’το μου. Μη με πονάς!

Πηγή εικόνας: www.freewebs.com

Εκκωφαντική λάμψη

demon December 17th, 2007

Πολύχρωμες πεταλούδες έχουν στεφανώσει το μέτωπό μου. Σαν κρίνα της νύχτας, ανοίγουν διάπλατα τα καμπυλωτά τους φύλλα, τινάζουν τις κεραίες τους και μου γνέφουν.

(Πηγή photo: twistedphysics.typepad.com)

Ένας χτύπος του ρολογιού, ένα ξημέρωμα, μια χάντρα του μοιρολογιού, ένα κούτσουρο κάτω από την τηλεόραση, μια κλωστή που προεξέχει στην κουρτίνα, ένα φως μέσα στο κουτάκι με την μπαλαρίνα.

Έτσι, τέντωσε τα φτερά σου πάνω στο στρώμα που κροταλίζει κι έλα να με βρεις στην καρέκλα μου.

Πες μου πόσα βότσαλα κλώτσησες σήμερα και σε ποια άμμο σκίτσαρες πλανήτες.

(Πηγή photo: library.thinkquest.org)

Πες μου πόσους καθρέφτες προσπέρασες και σε ποια λάβα κολύμπησες.

Πες μου σε ποιον γαλαξία έκανες ωτοστόπ για να φτάσεις στα χείλη μου.

Ζωή… άναψε!

demon December 10th, 2007

Το βλέμμα σου στάθηκε μπροστά μου και με ρώτησες: “Τελικά θα μείνουμε μαζί; Θα συγκατοικήσουμε ή θα το αφήσουμε μέχρι να μας ξαναχτυπήσει την πόρτα από μόνο του;”. Μακάρι να ‘ξερα. Άγχος, πίεση. Γιατί όταν συμβαίνει κάτι τόσο όμορφο, πάντα κάποιος τοίχος να είναι έτοιμος να σε συνθλίψει;

Μόνο τελικά στον ύπνο απολαμβάνεις τελείως τη σιωπή και τις εικόνες, χωρίς σφυριά πάνω από το φωτοστέφανό σου; Μόνο όταν πέσεις στα σεντόνια δικαιούσαι να γευτείς εκείνο το κομμάτι του μανιταριού που τρώγεται; Ο ξύπνιος σε δηλητηριάζει πάντοτε; Σου ρίχνει με το σταγονόμετρο την πικρίλα που “πρέπει” να υπάρχει, για να εκτιμήσεις περισσότερο τα πλασματάκια που υφαίνουν τη μοίρα σου;

Δεν ξέρω. Δε θέλω να ξέρω. Δε θέλω να πρέπει να αποφασίσω εγώ!

Εσύ γιατί δεν το κυνηγάς, γιατί δεν το οργανώνεις, γιατί δεν το παίρνεις επάνω σου; Να κρατήσεις εσύ, τούτη τη φορά, το ζάρι. Να το γυρίσεις εσύ και να κάνεις εσύ τα βήματα πάνω στα νταμάκια. Και να διαπιστώσεις ποια είναι στέρεα και ποια παγίδες. Δεν είμαι εδώ. Απουσιάζω.

Άφησέ μου την απόφασή σου πάνω σε ροδοπέταλο γραμμένη. Κι ένα φιλί δίπλα της.

Θέλω γαμώτο. Να ‘ξερες πόσο. Μύριες στιγμές έχει τρυπώσει αυτή η επιθυμία στο φιλμάκι του μυαλού μου. Εσύ-εγώ σε ένα σπίτι, στο δικό μας χώρο, που θα τον κοσμήσουμε από την αρχή με τις ανάγκες και τις νοστιμιές μας, με τα καλούδια και τα αποκτήματά μας. Σε ένα σπίτι, δικό μας, που θα κατακτήσουμε κάθε σπιθαμή, κάθε γωνιά του. Κάνοντας έρωτα, ντύνοντας, βάζοντας, βάφοντας, κρεμώντας.

Όνειρα και πίνακες, στολίδια και αύρες.

Τι να κάνω, δεν ξέρω. Τι θέλει χρόνο, τι θέλει απλώς να το ακούσεις, τι θέλει αποφασιστικότητα, τι θέλει σοφία.

Λογική και συναίσθημα. Ποτέ δεν την συμπάθησα την ορθή σκέψη. Πάντα ήμουν βουτηγμένη στο γκάζι, πάντα ήμουν άνθρωπος των αισθήσεων. Πάντοτε ζούσα στις αντιδράσεις, στο χάσιμο, στην απόλυτη διαίσθηση κι αποπλάνηση του χώρου και του χρόνου. Κι όταν χρειαζόταν έφερνα τις πιο τετράγωνες και γρήγορες λύσεις. Ισορροπία στο χάος και τα άκρα μου.

Αλλά τώρα… Απλώς δεν ξέρω. Και δεν έχω χρόνο. Και η ζωή με πιέζει, τα σχέδιά μου, τα πλάνα μας.

Δε θέλω κεραυνούς. Και δε θέλω μιζέριασμα. Απλώς όσο φυσιολογικά ρέει το αίμα μου, τόσο απλά να γίνει η ανάγκη κίνηση. Ένας στρόβιλος που θα πάρει τα πινέλα, τα λάδια και τον καμβά και θα μεταμορφώσει το σκόρπισμα σε ζωντανή… ζωή. Έτοιμη να τη ζήσουμε. Έτοιμη να την πυρπολήσουμε!

fire

Πηγή: www.afropop.org

Μην αφήνεις τις στιγμές να σε λερώσουν

demon December 8th, 2007

Μπουουουουου… Υπάρχουν στιγμές που βυθίζομαι τόσο πολύ μέσα μου, ώστε κι εγώ η ίδια τρομάζω. Νιώθω ένα χέρι να ξεπροβάλλει από τα αόρατα σωθικά μου, να σκαρφαλώνει μέχρι το κεφάλι μου και να τραβά έναν-έναν τους πόρους μου. Μέχρι το έξω να μπει μέσα. Μέχρι το έξω να γίνει μέσα. Μέχρι να αρχίσουν να χύνονται εσωτερικά δάκρυα, αίμα, φλέβες, πόνος, παρελθόν, στάχτες, χώμα, πρόσωπα, χαμόγελα, μάτια, αγγίγματα, λέξεις, κι άλλες λέξεις…

Πολλή θλίψη, πολλές άγκυρες, σχετικές ενοχές, κραυγές.

Μύριες σκέψεις. Σκέψεις στιβαγμένες η μία πάνω στην άλλη. Σκέψεις που ίπτανται, που βυθίζονται, που βρέχονται, που λιάζονται.

Μπλοκάρουν τη θέα, το φως, την οπτική, το σκηνικό. Αναδεικνύουν αλήθειες, ένστικτα, αισθήσεις, υποσυνείδητα.

Μια φορά στο τόσο, συνήθως με αφορμή κάποιον ανύπαρκτο, ασήμαντο, μαύρο άνθρωπο, γυρνώ σπίτι και ξέρω εκ των προτέρων το μέγεθος και τις αποχρώσεις του ιριδίζοντα ωκεανού που θα απλωθεί γύρω μου, για τις επόμενες ώρες.

Θα ανοίξω ένα μπουκάλι κρασί να αναπνεύσει, προετοιμάζοντας το χρώμα και τους χυμούς του για τη βαθιά ζαλάδα που θα μου χαρίσουν. Θα ανάψω λευκά κι έγχρωμα κεριά, σκεπάζοντας όποια επιφάνεια δεν έχει υπόσταση κι ενέργεια, ντύνοντας έτσι το χώρο. Θα βάψω με μολύβι τα μάτια και τα χείλη μου, ώστε σε όποιο τζάμι κοιταχτώ να δω τη μορφή μου. Θα τραβήξω πίσω τα μαλλιά μου και θα φορέσω με περισσή προσοχή τα ακουστικά, χώνοντας ήχους μοναστηριακούς, ήχους μεταλλικούς, οξείς, αέρινους, υπόγειους στην ψυχή μου.

Και μετά θα αρχίσει η βύθιση, η ύπνωση του συνειδητού μου.

Του έξω, του τώρα, του έχω, του είμαι.

Θα κάνω το μεγαλύτερο μακροβούτι, έχοντας τα μάτια μου ορθάνοιχτα. Και θα δω ό,τι με πόνεσε ως σήμερα, ό,τι ξέχασα γλιστρώντας πάνω στη ζωή, ό,τι τοποθέτησα στο συρτάρι για να μη χαθώ με το βάρος του, ό,τι έριξα στον αέρα επειδή βίασε και κατάπιε τις αισθήσεις μου, ό,τι χρωμάτισε εφιάλτες της μέρας και της νύχτας.

Και θα ξαναζωντανέψω ντυμένη με καπνούς και στάλες, αφού η τελετουργία μου με κάνει λευκή για ακόμη μια εποχή.

Ώστε να αντέξω όλες εκείνες τις δαχτυλιές, τις πατημασιές και τα φλας.

Και τις νεράιδες που παίζουν με τις χορδές μου.

νεράιδα

Πηγή: www.eso-garden.com

Μου λείπεις…

demon November 27th, 2007

Πρώτη φορά μετά από μέρες που είμαστε χώρια. Εσύ σπίτι σου, εγώ στο δικό μου. Εσύ στο χώρο σου, με το λιτό γραφείο σου με τις δύο οθόνες, τον καναπέ που γίνεται κρεβάτι, την τεράστια τηλεόραση, τους γυμνούς τοίχους, το μικρό μπάνιο, τα παπούτσια πεταμένα πίσω από την εξώπορτα, την ντουλάπα που είναι λες και πέρασαν 10 μάγισσες από μέσα της.

Κι εγώ πάλι, σπίτι μου. Με τη γραφειάρα που έχει πάνω της άπειρα κεριά, μουσική και το γομάρι pc μου, με το χύμα αρτιστίκ σαλόνι που έχει πλάσματα στερεωμένα στο ταβάνι, με το χολ που αντί για τραπέζι έχει ριγμένο ένα τεράστιο ψυγείο στα πλάγια, με το μεγάλο μπάνιο, με την κρεβατοκάμαρα και το υπέρδιπλο στρώμα πάνω στο χαλί, που είναι σκεπασμένο από μπλε μαξιλάρια.

Και τις μυρωδιές μας… 

Σου λείπω; Μου λείπεις.

Πολύ.

Είμαστε χώρια κάτι ώρες τώρα. Με πήρες τηλέφωνο για πολύ λίγο. Ήταν αλλόκοτη η αίσθηση. Ξέρω τι γκριμάτσες κάνεις, πώς χαμογελάς,  πώς μαζεύεις τα χείλια σου όταν σκέφτεσαι και πώς σκεπάζουν τα μάτια σου όταν μου κάνεις νάζια. Κι έτσι, απέμεινα να σε ακούω και να ξέρω ακριβώς πώς είσαι! Χάζεψα.

Είμασταν μαζί κάθε μέρα και τώρα που είσαι στο ακουστικό, είσαι μπροστά μου και πάλι. Σου έλειψα καθόλου;

Φοράς ακόμη το μαύρο τζιν, το μπουφάν της μηχανής, τις μπότες. Πρόλαβες να βγάλεις μονάχα τα γάντια και με πήρες.

Άντε. Πήγαινε να αλλάξεις. Φόρεσε πάνω από το μπόξερ τη ζεστή φόρμα σου. Βάλε μια φρέσκια κοντομάνικη φανέλα κι ένα ελαφρύ φούτερ. Άναψε το κλιματιστικό στο 26, φέρε την τεράστια κατάμαυρη καρέκλα προς τα μέσα, παίξε με το ποντίκι και τσέκαρε τα mail σου.

Μετά από 3 λεπτά, πήγαινε στην κουζίνα, πάτα τον διακόπτη και πλησίασε το ψυγείο. Βγάλε το σοκολατούχο κι αναζήτησε σαν υπνωτισμένος τα κρουασανάκια. Όλη τη σαβούρα μαζεμένη…

Πήγαινε στο σαλόνι και βάλε τηλεόραση. Και μετά από το επιβεβλημένο απογευματινό ζαπάρισμα, βάλε μουσική.

Μάλλον Bruce Dickinson θα ακούς. Πάλι.

Ναι, ξέρω τι κάνεις.

ΜΕ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ!

Μου λείπεις γαμώτο

Απόψε έμεινα μέσα

demon November 10th, 2007

Τι θα έκανες για μένα; Πες μου!!!

Ό,τι θες, αρκεί να μου κάτσεις.

Έχω την αίσθηση ότι με θες μόνο για το κορμί μου.

… Κι εγώ!

Τώρα εμένα αυτοί οι διάλογοι γιατί μου θυμίζουν… τα πουλιά του Αρκά; Ας είναι. Ζωογόνος ο έρωτας, δε λέω. Τη 2η μέρα παίρνει το πλοίο από Αθήνα κι έρχεται να με βρει Σαντορίνη. Την 17η μέρα έχουμε κιόλας αγαπηθεί και την 22η αποφασίζουμε να ζήσουμε μαζί. Κι όλα αυτά με την εξής λεπτομέρεια: ότι έγιναν ΑΠΟΛΥΤΑ φυσιολογικά, αβίαστα και με μια απίστευτη άνεση και οικειότητα.

Αν γυρίσω το μπουκάλι ανάποδα, θα χυθεί το κρασί;

Τελικά, απόψε έμεινα μέσα. Δεν ήθελα να δω άλλους βρεγμένους δρόμους και παρ’ολίγον ατυχήματα με μηχανάκια. Ούτε να αιστανθώ τα φρένα να μην πιάνουν και το λάστιχο να πατινάρει.

Δεν ήθελα να δω πρόσωπα γύρω μου, ούτε να με αγγίξουν ξένα μαλλιά.  Δεν ήθελα να με ακουμπήσουν υφάσματα άλλων και να προσπαθήσουν να με διαβάσουν μάτια. Ούτε να ακούσω λέξεις που θα ενεργοποιήσουν τον εγκέφαλό μου.

Ήθελα απλώς να μείνω στο κουβούκλιό μου και να ψυχανεμιστώ τον έξω κόσμο, από δω! Ν’αφουγκραστώ ήχους που δεν πονάνε τα αυτιά μου. Και να φαντασιωθώ χαρακτηριστικά που γεμίζουν μονάχα με ομορφιά την οπτική μου οθόνη.

Άναψα όλα τα φώτα στο σπίτι και κοίταξα με περιέργεια τις αντανακλάσεις στα τζάμια τριγύρω. Χόρεψα πάνω στα έπιπλα, κάνοντας πέρα το χαρτομάνι και τα αντικείμενα που με τόση αδιαφορία έχω περισυλλέξει.

Έφαγα, ξεδίψασα και τράβηξα όλες τις κουρτίνες. Και μετά, άναψα όλα τα κεριά που έχουν σκεπάσει το πάτωμά μου. Φιτίλια ποτισμένα με γεύσεις και χρυσόσκονη. Με χοντρά ξυλάκια από κανέλα και φέτες πορτοκαλιού. Με κοχύλια και γαλάζια υγρά. Με αποξηραμένα φυτά και καρπούς στο σχήμα αστεριών.

Χαλάρωσα το σώμα και τις σκέψεις μου και γέμισα δυο ποτήρια με σαμπάνια. Έτσι, για να μη σηκώνομαι για δροσερή γεύση συνεχώς μια και το μπουκάλι έμεινε στο ψυγείο. Έβαλα αλλόκοτα δυνατά Queensryche και τσίτωσα τα μπάσα. Αιστάνθηκα το ταβάνι να σκάει και χιλιάδες κομμάτια σοβά να σκορπίζουν έξω. Κι αποκοιμήθηκα σκεπτόμενη πόσο θέλω να μείνω ξύπνια απόψε, μέσα, μακριά από τ’άστρα και τη ζαλάδα της σελήνης… 

                                                                                                                                    blue

Πηγή: fallenangel.pblogs.gr/

Πύρωσε τη γλώσσα μου

demon November 10th, 2007

Κιθάρα που ακούγεται σαν καθαρόαιμο γκάζι και φωνή που βρυχάται σαν αιλουροειδές.

Το sex είναι σαν roller coaster που απλώς γλιστράς στη δίνη της ταχύτητας την ώρα που το κορμί σου σφίγγεται πάνω στο κάθισμα ή σαν τον δύτη ελεύθερης κατάδυσης που πολύ προσεκτικά προσπερνά τα όρια του υγρού βάθους χρησιμοποιώντας τα πνευμόνια του και την αυτοσυγκέντρωσή του;

Περνάω την πρώτη πύλη του μυαλού μου, ανατρέχοντας στις χτεσινές μνήμες. Ανασκαλεύω συνδυασμούς χρωμάτων, εικόνων που να κλείδωσαν σωστά, σταγόνων που να κύλησαν κατά μήκος ολόκληρου του σώματός μου. Θυμάμαι να φίλησα τον τοίχο και να πύρωσε η γλώσσα μου.

Διαπερνώ τη δεύτερη φάση, κάνοντας χαμηλές νυχερινές πτήσεις και μπλέκοντας σαν αίσθηση το πλάγιασμα στη λεωφόρο Καρέα με την ανασηκωμένη μέση μου την ώρα που με έγλειφες.

Διατρέχω τις μνήμες από το σήμερα που είναι τρύπιο ακόμη. Ξύπνησα και κρύωνα. Ντύθηκα σπασμωδικά κι έφτιαξα πρωινό. Ρούφηξα το μέλι από το βούτυρο κι έβαλα τα δάχτυλά μου στο πληκτρολόγιο. Προγραμμάτισα τις νότες στο ηχοσύστημα και σε πήρα τηλέφωνο. Χαμογέλασα ναζιάρικα και σου είπα ότι μου λείπεις. Κοίταξα έξω από το παράθυρο πολλές στιγμές και ζήλεψα το ταξίδι των σταγόνων.

Και τώρα είμαι εδώ, καθιστή πάνω στην πολυθρόνα μου και σκέφτομαι το sex. Ξέρω ότι θες να πας αύριο Μέγαρα να τρέξεις με τη μηχανή. Ξέρω όμως ότι δε θα μου το πεις σήμερα.  Θα περιμένεις το αύριο γι’αυτό.

Όπως κι εγώ θα περιμένω την αυγή να συναντήσει τον ήλιο…