blog +Ο- σφαιρα
Ιντερνετική αναρχία… “Παίζουμε κρυφτούλι στο ταβάνι;”

December 27, 2007

Ποιος έκλεψε τα Χριστούγεννα;

“Δύο ευρώ τα έξι κάστανα”…

Ποιος σου έδωσε εσένα το δικαίωμα να μου γαμήσεις τις γιορτές; Ε;;;

Το Σάββατο πήγα Σύνταγμα. Είχα οργανώσει ένα τόσο τρυφερό Σαββατοκύριακο και ήμουνα και τόσο σίγουρη για τον εαυτό μου ότι δε θα το μου το χαλάσει κανείς. Μα κανείς όμως!

Δεν θα το φανταζόμουν ποτέ ότι κάποιος θα κατάφερνε να κλέψει το πνεύμα των Χριστουγέννων από το κέντρο της Αθήνας. Πήγα Σύνταγμα κι απλώς αιστάνθηκα σαν αερικό που στροβιλίζεται στην απαλή δίνη που δημιουργεί το αεράκι χωρίς να αγγίζει τίποτα γύρω του. Τόσο χλιαρά πράγματα. Η φάση εδώ ήταν μονάχα για παιδιά.

Καημένα πόνι παρκαρισμένα το ένα δίπλα στο άλλο, φορτωμένα με του κόσμου τις μαλακίες κουδουνάκια και αλλοδαπούς να τα έχουν νοικιάσει, προφανώς, για να τη βγάλουν και σήμερα. Τι θα γινόταν αν έτσι, για αλλαγή, τα πόνι νοίκιαζαν τους ανθρώπους και τους περνούσαν κουδουνάκια για να μην τους χάνουν;

dsc00729.jpg

Και παραδίπλα, το εντυπωσιακό carousel με την εκπληκτικά όμορφη περιβολή. Εκατοντάδες άνθρωποι στημένοι σε δυάδες, η μία πίσω από την άλλη, να περιμένουν τη σειρά τους. Άλλα αλογάκια εδώ. Μόνο που αυτά είναι καλπάζοντα, ψεύτικα, ρομαντικά χρωματισμένα και στολισμένα. Χωρίς κουδουνάκια και μιλιά. Ευτυχώς γι’αυτά.

dsc00726.jpg

Είδα κι έναν τύπο στην Ερμού, με ένα χαζόφιδο ζαλισμένο -ελπίζω δηλαδή ότι ήταν ναρκωμένο!- και περασμένο από το λαιμό του, να ψάχνει πελατεία με την Polaroid πανέτοιμη. Είδα και μίμους, καλλιτέχνες βαμμένους. Άλλοι καθισμένοι μέσα σε χαρτόκουτα παρίσταναν τα ρομπότ βγάζοντας ανάλογους ήχους κι άλλοι με κελεμπίες και χλωμά πρόσωπα υποδυόντουσαν τους μάγους. Χωρίς δώρα όμως. Με χάρτινα ποτηράκια του καφέ τοποθετημένα στο πλακόστρωτο, περιμέναν για δώρο. Και που και που έδιναν το χέρι στους περαστικούς που τους πλησίαζαν για μια φωτογραφία.

dsc00740.jpg

Και την Κυριακή, ήρθε και με αποτέλειωσε ο δήμος Αθηναίων και ο μεσιέ Κακλαμανής (!), με την πλατεία Κοτζιά.

Που πήγε το δέντρο;

Ρε σεις, μα την πέσανε. Κάποιος πέρασε βράδυ από το κέντρο της Αθήνας κι έκλεψε το δέντρο, το πελώριο, εκείνο που ήταν το ψηλότερο της Ευρώπης (πέρσι!!!) και μαζί όλα τα λαμπιόνια και τον σχετικό εξοπλισμό-στολισμό.

Ποιος σας έδωσε το δικαίωμα κύριε απαυτούλη μου να μου χαλάσετε εμένα τις γιορτές; Και μαζί κι ένα ολόκληρο Σαββατοκύριακο; Γιατί ένα ολάκερο διήμερο περιφερόμουν στο καρακέντρο της πόλης μου, ψάχνοντας για τα ίχνη του δέντρου. Καμιά πευκοβελόνα ρε παιδιά; ΤΙΠΟΤΑ!

Λέτε να πέρασε ο Grinch και να το έστειλε για ανακύκλωση; Μπας και έκανε διάλειμμα ο Santa και κατά λάθος προσγειώθηκε με τον Ρούντολφ αγκαλιά στο αστεράκι, εκεί στην κορυφή, και πάρ’τον κάτω; Κι αυτόν και τον τάρανδο αλλά και το δίμετρο έκτρωμα;

Πάω σπίτι, σας βαρέθηκα. Πάω σπίτι που και δενδράκι έχουμε και φωτάκια και κάλτσα στερεωμένη στο τζάκι! Έτσι. Και θα το σκεφτώ άμα κάνω βόλτα στο κέντρο της Αθήνας την Πρωτοχρονιά! Ακούτε κύριε απαυτούλη μου; Οι γιορτές είναι από τα λίγα πράγματα που ΔΕ ΣΑΣ ΑΝΗΚΟΥΝ!!!

Ουφ, μου ανέβηκε και η πίεση… λέμε τώρα.

December 25, 2007

Καλά Χριστούγεννα

Δεν είναι θέμα αλκοόλ, θέμα κάβλας είναι! Και γιατί πρέπει να το πω δηλαδή; Δεν το καταλαβαίνω.

Έρχομαι, ξαπλώνω δίπλα σου, τρίβω τα χέρια μου πάνω σου παντού.

Σε “προστάζω” να ξυπνήσεις κι εσύ με ρωτάς κοιμισμένος γιατί! Και σου δείχνω γιατί.

Πιάνω τα δάχτυλά σου και τα οδηγώ πάνω μου. Πάνω στο λαιμό, στις ρώγες μου, στον αφαλό, στους γοφούς, στα μπούτια μου. Κι έπειτα γυρνάω απότομα και σου δίνω τη γραμμή μου…

Τις καμπύλες μου… Τον ιδρωμένο κώλο μου.

Κι εσύ μουγκρίζεις.

Κι όμως το χέρι σου σταματά να σαλεύει.

Γιατί; Σε ρωτώ. Γιατί σταματάς! Γιατί κοιμάμαι, αποκρίνεσαι.

Και την ώρα που σπρώχνω απαξιωτικά το χέρι σου και γυρίζω πλάγια να κοιμηθώ, όσο μπορώ, μου λες: “Έκανα ότι κοιμάμαι. Έπρεπε να το γαμήσεις; Αμάν με το αλκοόλ”!

Πηγή: faerie.monstrous.com

Να μαδήσω το κορμί σου;

Περάσαμε λοιπόν τα πρώτα μας Χριστούγεννα μαζί. Στο σπίτι μας, δηλαδή σπίτι σου γιατί εγώ μετακομίζω είπαμε! Με πολλά χαμόγελα, εξαιρετικό φαγητό, κουβεντούλα γλυκιά κι εμάς που θυμίζαμε “κανονικό ζευγάρι”, ήρθε η 25η Δεκεμβρίου. Σου άφησα το δώρο σου μαζί με μια κάρτα πάνω στο μαξιλάρι. Ώστε όταν πλησίαζε η ώρα και μπαίναμε στο δωμάτιο να έβλεπες πως κι εσένα σε θυμήθηκε ο Άγιος Βασίλης ΜΟΥ!

Και τώρα… κάτι ώρες μετά κοιμάσαι. Για την ακρίβεια ροχαλίζεις. Δεν έχουμε κάνει έρωτα εδώ και 3 μέρες. Να ανησυχήσω; Να μου πεις, άλλες κι άλλες γκρινιάζουν μα εκείνες έχουν να αιστανθούν το είναι τους να εκτινάσσεται εβδομάδες, μήνες! Ε και; Τρεις μέρες είναι τρεις μέρες. Από κει που ήμασταν μες την τρελή χαρά, την έντονη σεξουαλική ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ζωή και το φλερτ, βρεθήκαμε να κοιμόμαστε δίπλα-δίπλα σα σχέση ετών. Που δεν ήμαστε!

Να σου πω αγοράκι, με γουστάρεις ή όχι; Από τη μέρα που μπήκα στο τριπάκι της μετακόμισης, είναι σα να έχει χτυπήσει εσένα η εξουθένωση. Ωχ αμάν…

Σε ρώτησα αν θες να κάνουμε κάτι ιδιαίτερο την Πρωτοχρονιά. Για να λάβω την πολύ κλασική, πλέον, απάντηση πως προτιμάς να είμαστε οι δυο μας. ΜΕΣΑ! Και πότε ακριβώς θα δω εγώ το φως το αληθινό; Το φως του φεγγαριού; Ή μήπως να βγω, να κάνω τον γύρο του τετραγώνου σα σκυλί που ψάχνει το κατάλληλο θαμνάκι και μετά… βουρ μέσα; Θέλω να βγούμε! Να πάμε κάπου ιδιαίτερα, όμορφα, να πιούμε, να μεθύσουμε, να αερίσουμε τα συναισθήματά μας. Θέλω να με διεκδικήσεις!
Σκέφτομαι… κι αν σχεδιάσω ένα ξεχωριστό δείπνο μέσα; Άντε, να σε κρατήσω εσώκλειστο, μην σε κλέψουν. Ένα δείπνο σπίτι. Με δεκάδες κεριά αναμμένα στο πάτωμα, με πέπλα σε διάφορα σημεία του δωματίου να θυμίζουν θεατρικό σκηνικό, με ένα πανέμορφα στρωμένο τραπέζι και λιχουδιές που να θυμίζουν διακοπές, καλοπέραση, έρωτα!

Πρωτοχρονιά, δυνατές ευχές και τα δάχτυλά μου να μην ξεκολλάνε από πάνω σου. Εντάξει, κι αυτό μου κάνει. Θα μου κάτσεις όμως; Τι κάνω, πλάκα; Υπερβάλλω; Μπορεί! Ερωτευμένη είμαι, γιατί να αποφύγω να σε χτυπήσω με τη γλώσσα μου;

Όχι δεν έρχομαι μέσα. Θα μείνω στο γραφείο. Να τελειώσω το κείμενό μου, να παίξω, να αρπάξω την τελευταία γουλιά.

Αν με θες, έλα εσύ!

Έλα να με πάρεις.

Έλα να με τραβήξεις.

Έλα να με αποκτήσεις, να με αποπλανήσεις. Γουστάρω

Πηγή: www.lacoctelera.com

December 24, 2007

Μια αναμνηστική φωτογραφία παρακαλώ;

“Ο τηλεφωνικός αριθμός που καλέσατε, δεν είναι διαθέσιμος”…

Το σπίτι μου είναι ολόαδειο. Μαυρισμένοι από το καυσαέριο τοίχοι, κατασκονισμένες γωνίες, χαραγμένα ξύλινα πατώματα, άντυτα ψηλά ταβάνια, κρύα και λευκά.

Μετά από 3 μέρες προετοιμασίας, πρακτικής και ψυχολογικής και άλλες 3 μέρες ουσιαστικής μετακόμισης, το νέο κεφάλαιο πήρε μελάνι.

Όχι ότι το καινούργιο μου σπιτικό είναι πανέτοιμο. Ένα 70% είναι εντάξει. Είναι κατοικίσιμο, απλώς δεν έχουν μπει όλα στη θέση που θέλουν. Αφού αποφάσισα τούτο το μολύβι σε ποια τρύπα θα μπει και προς τα που θα κοιτάζει, οι κατσαρόλες αν θα καθίσουν στον πρώτο ή στον δεύτερο όροφο του ντουλαπιού κι αν το πορτοκαλί χάρτινο φαναράκι μου θα καλύψει τον γλόμπο του γραφείου ή της κουζίνας, τώρα απομένει να τοποθετήσω τα cd κάπου χρήσιμα. Τα διακοσμητικά κάπου σχετικά πρόχειρα και τους πίνακες του παππού κάπου… αόρατα.

Θα γίνει κι αυτό. Δε με βιάζει τώρα. Γιατί προτιμώ να ξεκουραστώ λιγάκι, να αφήσω τις πληγές και την τραχύτητα να εξαφανιστούν και μετά, κεφάτη και καινούργια, να κάνω επιλογές τελικές. Αισθητικές και μαθηματικές.

Τα κλειδιά τα έχω πάντα πάνω μου. Δυο κλειδιά περασμένα από έναν κρίκο στολισμένο με ένα μεταλλικό λουλούδι και μια πράσινη μεγάλη χάντρα. Δώρο των γονιών, φερμένο από τη Ρόδο, κάποτε. Θα τα έχω στη διάθεσή μου μέχρι τις 15 Ιανουαρίου. Τότε λήγει το συμβόλαιο. Τότε λέω κι επισήμως “αντίο”. Σε οτιδήποτε συνέβη εδώ μέσα ή σχετίζεται με την παρουσία μου εδώ.

Στους άντρες μου και τα μεθύσια, στις μουσικές και τις κουβέντες, στα τηλέφωνα και τους καβγάδες, στις καλοκαιρινές νύχτες κάτω από την περικοκλάδα, ανάμεσα στα ζεστά ρεύματα του δρόμου και τις λάμπες που κρέμονται από σχοινιά και καλώδια. Στις βαρετές ταινίες της επανάληψης που άφησα να γεμίσουν το κενό σου, κάποιου…

Στα ξενύχτια που έδωσα στη νύχτα φορώντας απλώς ένα βρακάκι κι ένα τιραντάτο φανελάκι και σουλατσάροντας ξυπόλιτη στο μαρμάρινο δάπεδο του μισού σπιτιού.

Εδώ θα πω λοιπόν “αντίο”.

Πόσο χρεώνεις την ανάμνηση;

Βάλε κάτι, γιορτές είναι…

Πηγή: loneoceans.com

December 15, 2007

Στο βάθος… εύθραυστον

Κοιτάζω γύρω μου. Παρατηρώ το χώρο να αδειάζει.

Βιβλία μπαίνουν σε κούτες τρύπιες και χιλιοχτυπημένες. Αντικείμενα μικρά και μικρότερα στριμώχνονται σε σακούλες παντός τύπου. Ρούχα τσαλακώνονται μέσα σε βαλίτσες. Χαρτομάνι πετιέται άρων-άρων και λογής λάμπες μένουν στο περιθώριο. Αυτές θα τις πάρω στα χέρια. Είναι… εύθραυστες.

Το σπίτι μου αδειάζει. Εδώ έμεινα τα τελευταία 8 χρόνια, περίπου. Κάτι λιγότερο, κάτω περισσότερο μου το κάνω δώρο.

Τα δωμάτια ξεγυμνώνονται με άχαρο τρόπο. Το περιεχόμενό τους δεν μπαίνει νοικοκυρεμένα σε χαρτόκουτα, μα όπως-όπως φεύγει από τη θέση του. Ο χρόνος με πιέζει, ο εαυτός μου με πιέζει. Το νέο σπίτι απαιτεί και τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά που πλησιάζουν ασφυκτικά, θέλουν να γιορτάσουν σε φρεσκοβαμμένο σπιτικό. Έτσι για το καλό.

Κι εγώ το έχω ανάγκη. Για να αποτάξω τις περασμένες χρονιές. Όχι για να λησμονήσω, αλλά να, βάρυναν πια.

Κι έτσι, άγαρμπα, σχεδόν μηχανικά, και βουτηγμένη στο άγχος και την πίεση, προσπαθώ να συγκεντρώσω τις σκέψεις μου και να κάνω μαθηματικούς υπολογισμούς. Αυτό να πάει εδώ, πάνω-πάνω, για να βγει πιο γρήγορα. Ή επειδή θα τσαλακωθεί και δεν πρέπει. Κι αν αυτό το τοποθετήσω κάθετα αντί για οριζόντια, θα κερδίσω μια σπιθαμή χώρο.

Πως να μεταφέρεις ένα σπίτι μέσα σε ένα άλλο, καινούργιο; Μέσα σε δυο μέρες, τρεις;

Ναι, μετακομίζω! Και μαζί με τα αντικείμενα, μεταφέρω και την ψυχή μου. Αυτή, όχι πακεταρισμένη, αλλά ελεύθερη από ταινίες και χαρτόνια, πλαστικά και σελοτέιπ.

Έτσι μου ‘ρχεται να κατεβάσω ό,τι άχρηστο της στιγμής βρω μπροστά μου, στο πεζοδρόμιο. Να κάνω ένα επιτόπιο, αυτοσχέδιο παζάρι. Να γίνω τελάλης και να χαρίσω την πραμάτειά μου στους περαστικούς των Εξαρχείων. Εμ, μεσιέ, μήπως θα θέλατε ένα λαμπατέρ για το σαλονάκι σας; Ναι, εγώ δεν το χρειάζομαι πια. Μα όχι, σόι είναι, λειτουργεί φυσικά. Εγώ δεν το θέλω.

Το κείμενο αυτό άρχισα να το χτίζω το μεσημεράκι. Το παράτησα για να δουλέψω. Και τώρα που το ξαναπιάνω η μέρα έχει πια ξεψυχήσει. Έχει φύγει ανεπιστρεπτί και η καινούργια έχει ξεκινήσει εδώ και 40 λεπτάκια περίπου.

Κι εγώ επέστρεψα στο σπίτι. Το παλιό, το παραγεμισμένο, το βαρύ. Αλλά πολύ σύντομα η ψυχή μου θα υφαίνει ιστούς και παραμύθια από το νέο μου σπιτικό.

December 13, 2007

Η λεωφόρος των άστρων

(Πηγή photo: commons.wikimedia.org)

Η σχέση μου με τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς ήταν ανέκαθεν ιδιαίτερη. Από παιδάκι τρέχαμε με τη μητέρα μου στο δάσος της Φιλοθέης να μαζέψουμε κλαδιά. Παίρναμε ασημένιο σπρέι, βγαίναμε στον κήπο και ψεκάζαμε τα κλαριά από πάνω μέχρι κάτω. Τα αφήναμε να στεγνώσουν και μετά τα βάζαμε σε ένα τεράστιο μεταλλικό κιούπι, με στόμιο. Κι όταν τελειώναμε να ‘σου το ασημένιο δέντρο, αλλιώτικο από όλα τα άλλα. Το στολίζαμε άλλοτε με αποξηραμένα φρούτα,  ξυλάκια κανέλας και κόκκινες κορδέλες κι άλλοτε με ξύλινα, χειροποίητα στολίδια. Και το δέντρο μας δε μαδούσε, μήτε τσιμπούσαν οι βελόνες του.

Μέχρι ενός σημείου καταλαβαίνω γιατί πολλοί σπάζονται όταν διαβάζουν κείμενα “μία από τα ίδια”.

Πάνω-κάτω όσοι γράφουν αυτή την εποχή, σε ρεβεγιόν, ετοιμασίες και δώρα θα αναφερθούν. Όσοι βγουν να πάρουν αέρα, θα μιλήσουν για στολισμούς και τον ενθουσιασμό που επικρατεί στους δρόμους. Κι όσοι νιώσουν, θα μοιραστούν αυτή τη ζεστασιά που ξαφνικά ανάβει σα σπίρτο μέσα τους.

Εντάξει. Κατανοητό. Η μαζικότητα δεν ήταν ποτέ ευχάριστη. Όλοι θέλουμε να ξεχωρίζουμε και μόνο εμείς να κάνουμε κάτι, κάπως. Όπως όμως συμβαίνει με τις διακοπές του καλοκαιριού, έτσι γίνεται και με τις γιορτές του Δεκέμβρη. Αφορούν τους περισσότερους και οι περισσότεροι θα τις χαρούν, με κάποιον τρόπο.

Ποσώς με ενδιαφέρει αν θα θεωρηθεί κοινότυπη η αναφορά μου. Τρελαίνομαι για τις γιορτές που καλπάζουν και οσονούπω θα μας χαμογελάσουν. Και μακάρι πάντα να είχα, να έχω, για να δίνω πράγματα, δώρα, σκέψεις, μπόλικο συναίσθημα.

Την Πανεπιστημίου την είδα με άλλο μάτι χτες βράδυ. Πραγματικά την είδα! Λεωφόρος των άστρων. Στολισμένη με συνέπεια, απλότητα και ισορροπία. Κίτρινα αστέρια ανά 10 μέτρα, κατά μήκος της οδού μέχρι κάτω, την Ομόνοια. Και η Πανεπιστημίου έμοιαζε με ποτάμι, με μια ευχάριστη λεωφόρο. Σα να σου έλεγε “έλα κοντά, περπάτησέ με ολόκληρη, είναι ζεστά εδώ”.

Θα μου πεις όλα αυτά η Πανεπιστημίου; Ε, είναι στο πνεύμα που προανέφερα. Άρχισα κι εγώ σιγά-σιγά να τη βρίσκω με κάποιους, καλαίσθητους στολισμούς. Το Σύνταγμα, βραδάκι αργά, να μοιάζει με δάσος όπου έχουν μεγαλώσει μαβιά δέντρα. Και κάποιες γειτονιές, να επιμένουν σε εκείνους τους αμερικανόφερτους, βαρείς στολισμούς και στην τελευταία -περίπου- μόδα: τον Άγιο Βασίλη που από πέρσι προσπαθεί ματαίως να σκαρφαλώσει στο μπαλκόνι! Ελάτε να σπρώξουμε Έι ωπ…

December 11, 2007

Game over!

Πάμε…

Πριν από λίγες ώρες έκανα post comment στο blog ενός παλιού μου φίλου, κομίστα. Παλιός, καινούργιος, νυν, τι σημασία έχει… Το θέμα είναι ότι μου έβγαλε κάτι όμορφο η απόκρισή του και μου έφτιαξε και το κέφι. Κάτι που, τις τελευταίες μέρες, χρειάζομαι επειγόντως. Διότι… επιπλέω δεν επιπλέω.

Κοινώς τη βγάζω δεν τη βγάζω.

Την ψυχή των γύρω μου!

Ο τύπος λοιπόν, πάντα διακρινόταν για το περίεργο χιούμορ του. Ήταν και είναι δηλαδή (χτύπα ξύλο!!!), σαν το κεντρί ένα πράγμα. Ποτέ γελαδερό, απλόχερο, ζεστό, νορμάλ βρε αδελφέ, χιούμορ. Πάντα αρκετά καχύποπτο, εγωιστικό, σαρκαστικό απόλυτα, τόσο που σε έκανε να αισθάνεσαι ότι σε “τσεκάρει” κάθε φορά που γελά! Ας είναι. Κατά πολύ βάθος όμως, το παιδί είναι Ok. Καλό παιδί αυτό που λέμε. Mmmm περίπου!

Κι όσο λοιπόν, για να μην παρεκκλίνω, του απαντούσα στο ιστολόγιό του, προσπαθώντας να του δώσω τον αυτοσαρκασμό που απαιτούσε, έπιασα τον εαυτό μου να κάνει νάζια στο πληκτρολόγιο (!) και να νιαουρίζω. Κοινώς να παραπονιέμαι στο φάντασμά μου.

Με τι λοιπόν παραπονέθηκα τελευταίως. Εννοώντας, τις τελευταίες δύο ωρίτσες; Καλά είναι.

Ας το δούμε ρεαλιστικά το θέμα:

~ Παραπονέθηκα που έκανες τελείως νερουλές τις φακές. Θα ξαναμαγειρέψεις όμως, αλλιώς θα πεινάσουμε.

! Παραπονέθηκα που… τελικά αποφάσισα ότι δε θα μείνουμε μαζί… ΑΚΟΜΗ!!! Μη χαίρεσαι.

@ Χάλασε ο υπολογιστής στο σαλόνι που ήταν συνδεδεμένος με τις παναγιάς τα μάτια και δεν μπορούμε να ακούσουμε μουσική τσίτα. Τι να σου κάνει το ηχειάκι του pc άμα έχεις καλομάθει σε υψηλές δονήσεις : )

# Πρέπει κατεπειγόντως να πάω σπίτι μου και να αρχίσω να πακετάρω. ASAP. Αλλιώς δε θα μπορέσω να μπω στο καινούργιο σπίτι.

$ Ως εκ τούτου, δε θα είμαι μαζί σου τόσες ώρες.

% Που σημαίνει ότι θα έχεις άπειρο χρόνο να βγεις για καφέ με τους φίλους σου. Grrrrr. Ελπίζω να μη διαβάσει κανείς από αυτούς την blogosfaira σήμερα.

^ Παραπονέθηκα που δεν έχουμε γλυκό σπίτι. Είσαι απαράδεκτος. Δεν ήξερες ότι θα έρθω; Δεν έφυγα ποτέ, σωστά.

& Μας τελείωσαν τα ρεσώ. Και πως θα γράψω τώρα εγώ χωρίς κεριά; Ασυμβατότις.

* Οι γιορτές πλησιάζουν και η ζωή μας δεν έχει μπει ακόμη σε χαρωπά καλούπια. Μέχρι τις 15 Ιανουαρίου πρέπει να έχω αλλάξει στέγη. Αλλιώς με βλέπω στην Ομόνοια με κάνα άλλο στέγαστρο πάνω από το κεφάλι μου.

( Παραπονέθηκα επειδή τσάκισα δύο “ροξ”. Αυτά τα γλυκά με το τύπου σοκολατοειδές στο κέντρο; Ε, αυτό που δεν ξέρεις κι εσύ τι είναι. Μόνο να το αγοράζεις ξέρεις.

) Κι άμα παχύνω τι θα έχω να λέω; Ότι πάχυνα με… “ροξ”; Τρε μπανάλ. Τα οποία μάλιστα αγοράσαμε σε ένα παντοπωλείο κάπου στην Ηλιούπολη. Τουλάχιστον να τα είχα αγοράσει στα Εξάρχεια… πιο σικ. Καλά σκάω.

Και μετά τη μίνι αυτή εκτόνωση, λέω να προσκαλέσω να γράψουν για τι πράγμα παραπονέθηκαν ή γκρίνιαξαν -αν είναι άντρες!- τις τελευταίες ώρες, τους:

in situ, lexx, μάνα ρέιβερ, tis trellis, dreamerland, adonios, meneksedia