Κοιτάζω γύρω μου. Παρατηρώ το χώρο να αδειάζει.
Βιβλία μπαίνουν σε κούτες τρύπιες και χιλιοχτυπημένες. Αντικείμενα μικρά και μικρότερα στριμώχνονται σε σακούλες παντός τύπου. Ρούχα τσαλακώνονται μέσα σε βαλίτσες. Χαρτομάνι πετιέται άρων-άρων και λογής λάμπες μένουν στο περιθώριο. Αυτές θα τις πάρω στα χέρια. Είναι… εύθραυστες.
Το σπίτι μου αδειάζει. Εδώ έμεινα τα τελευταία 8 χρόνια, περίπου. Κάτι λιγότερο, κάτω περισσότερο μου το κάνω δώρο.
Τα δωμάτια ξεγυμνώνονται με άχαρο τρόπο. Το περιεχόμενό τους δεν μπαίνει νοικοκυρεμένα σε χαρτόκουτα, μα όπως-όπως φεύγει από τη θέση του. Ο χρόνος με πιέζει, ο εαυτός μου με πιέζει. Το νέο σπίτι απαιτεί και τα Χριστούγεννα και η Πρωτοχρονιά που πλησιάζουν ασφυκτικά, θέλουν να γιορτάσουν σε φρεσκοβαμμένο σπιτικό. Έτσι για το καλό.
Κι εγώ το έχω ανάγκη. Για να αποτάξω τις περασμένες χρονιές. Όχι για να λησμονήσω, αλλά να, βάρυναν πια.
Κι έτσι, άγαρμπα, σχεδόν μηχανικά, και βουτηγμένη στο άγχος και την πίεση, προσπαθώ να συγκεντρώσω τις σκέψεις μου και να κάνω μαθηματικούς υπολογισμούς. Αυτό να πάει εδώ, πάνω-πάνω, για να βγει πιο γρήγορα. Ή επειδή θα τσαλακωθεί και δεν πρέπει. Κι αν αυτό το τοποθετήσω κάθετα αντί για οριζόντια, θα κερδίσω μια σπιθαμή χώρο.
Πως να μεταφέρεις ένα σπίτι μέσα σε ένα άλλο, καινούργιο; Μέσα σε δυο μέρες, τρεις;
Ναι, μετακομίζω! Και μαζί με τα αντικείμενα, μεταφέρω και την ψυχή μου. Αυτή, όχι πακεταρισμένη, αλλά ελεύθερη από ταινίες και χαρτόνια, πλαστικά και σελοτέιπ.
Έτσι μου ‘ρχεται να κατεβάσω ό,τι άχρηστο της στιγμής βρω μπροστά μου, στο πεζοδρόμιο. Να κάνω ένα επιτόπιο, αυτοσχέδιο παζάρι. Να γίνω τελάλης και να χαρίσω την πραμάτειά μου στους περαστικούς των Εξαρχείων. Εμ, μεσιέ, μήπως θα θέλατε ένα λαμπατέρ για το σαλονάκι σας; Ναι, εγώ δεν το χρειάζομαι πια. Μα όχι, σόι είναι, λειτουργεί φυσικά. Εγώ δεν το θέλω.
Το κείμενο αυτό άρχισα να το χτίζω το μεσημεράκι. Το παράτησα για να δουλέψω. Και τώρα που το ξαναπιάνω η μέρα έχει πια ξεψυχήσει. Έχει φύγει ανεπιστρεπτί και η καινούργια έχει ξεκινήσει εδώ και 40 λεπτάκια περίπου.
Κι εγώ επέστρεψα στο σπίτι. Το παλιό, το παραγεμισμένο, το βαρύ. Αλλά πολύ σύντομα η ψυχή μου θα υφαίνει ιστούς και παραμύθια από το νέο μου σπιτικό.