blog +Ο- σφαιρα
Ιντερνετική αναρχία… “Παίζουμε κρυφτούλι στο ταβάνι;”

January 16, 2008

Men first!

(Πηγή εικόνας: fwto.pblogs.gr)

Μου βγάζεις γλώσσα και γυαλιστερές μπίλιες τρέχουν από τα σάλια σου και προσγειώνονται στις ρώγες μου.

Φτύνω την κάβλα μου σε ολόκληρο το σώμα σου, σε ερεθίζω απόλυτα, γραπώνω τα γεννητικά σου όργανα και η αντίστροφη μέτρηση αρχίζει.

Ποιος θα τελειώσει πρώτος απόψε; Ποιο σώμα θα πέσει πρώτο, εξουθενωμένο στα σεντόνια;

Ποιος λαιμός θα λυγίσει, ποιο μάτι θα κλείσει με ικανοποίηση και ποιανού το στόμα θα ηχήσει σα γάτα, αφού χαμογελάσει διάπλατα;

Με κοιτάς με αλλοιωμένο βλέμμα την ώρα που σε καρφώνω ολόκληρη.

Το κορμί μου σπαρταρά στα χέρια σου κι εσύ, αυτοσυγκεντρώνεσαι, πιάνοντας βίαια τους μηρούς και τη μέση μου.

Βλέπω, όχι καθαρά όμως, το πρόσωπό σου να συρρικώνεται, τα χαρακτηριστικά σου να μαλακώνουν και τα μάτια σου να σφίγγουν.

Και στο τέλος, απλώς δε βλέπω τίποτα. Δεν υπάρχει τίποτα μπροστά μου. Απλώς αφήνω να ξεχυθούν από μέσα μου όλες οι φαντασιώσεις της μέρας.

Κι όταν πια, αγκαλιαστούμε σαν τα σαλιγκάρια και ξυπνήσουμε από την ηδονή, σε ψαχουλεύω με νάζι. Κι εσύ βαριανασαίνεις πολύ-πολύ κοντά μου και μου εξιστορείς τι ζήσαμε μόλις!

December 11, 2007

Game over!

Πάμε…

Πριν από λίγες ώρες έκανα post comment στο blog ενός παλιού μου φίλου, κομίστα. Παλιός, καινούργιος, νυν, τι σημασία έχει… Το θέμα είναι ότι μου έβγαλε κάτι όμορφο η απόκρισή του και μου έφτιαξε και το κέφι. Κάτι που, τις τελευταίες μέρες, χρειάζομαι επειγόντως. Διότι… επιπλέω δεν επιπλέω.

Κοινώς τη βγάζω δεν τη βγάζω.

Την ψυχή των γύρω μου!

Ο τύπος λοιπόν, πάντα διακρινόταν για το περίεργο χιούμορ του. Ήταν και είναι δηλαδή (χτύπα ξύλο!!!), σαν το κεντρί ένα πράγμα. Ποτέ γελαδερό, απλόχερο, ζεστό, νορμάλ βρε αδελφέ, χιούμορ. Πάντα αρκετά καχύποπτο, εγωιστικό, σαρκαστικό απόλυτα, τόσο που σε έκανε να αισθάνεσαι ότι σε “τσεκάρει” κάθε φορά που γελά! Ας είναι. Κατά πολύ βάθος όμως, το παιδί είναι Ok. Καλό παιδί αυτό που λέμε. Mmmm περίπου!

Κι όσο λοιπόν, για να μην παρεκκλίνω, του απαντούσα στο ιστολόγιό του, προσπαθώντας να του δώσω τον αυτοσαρκασμό που απαιτούσε, έπιασα τον εαυτό μου να κάνει νάζια στο πληκτρολόγιο (!) και να νιαουρίζω. Κοινώς να παραπονιέμαι στο φάντασμά μου.

Με τι λοιπόν παραπονέθηκα τελευταίως. Εννοώντας, τις τελευταίες δύο ωρίτσες; Καλά είναι.

Ας το δούμε ρεαλιστικά το θέμα:

~ Παραπονέθηκα που έκανες τελείως νερουλές τις φακές. Θα ξαναμαγειρέψεις όμως, αλλιώς θα πεινάσουμε.

! Παραπονέθηκα που… τελικά αποφάσισα ότι δε θα μείνουμε μαζί… ΑΚΟΜΗ!!! Μη χαίρεσαι.

@ Χάλασε ο υπολογιστής στο σαλόνι που ήταν συνδεδεμένος με τις παναγιάς τα μάτια και δεν μπορούμε να ακούσουμε μουσική τσίτα. Τι να σου κάνει το ηχειάκι του pc άμα έχεις καλομάθει σε υψηλές δονήσεις : )

# Πρέπει κατεπειγόντως να πάω σπίτι μου και να αρχίσω να πακετάρω. ASAP. Αλλιώς δε θα μπορέσω να μπω στο καινούργιο σπίτι.

$ Ως εκ τούτου, δε θα είμαι μαζί σου τόσες ώρες.

% Που σημαίνει ότι θα έχεις άπειρο χρόνο να βγεις για καφέ με τους φίλους σου. Grrrrr. Ελπίζω να μη διαβάσει κανείς από αυτούς την blogosfaira σήμερα.

^ Παραπονέθηκα που δεν έχουμε γλυκό σπίτι. Είσαι απαράδεκτος. Δεν ήξερες ότι θα έρθω; Δεν έφυγα ποτέ, σωστά.

& Μας τελείωσαν τα ρεσώ. Και πως θα γράψω τώρα εγώ χωρίς κεριά; Ασυμβατότις.

* Οι γιορτές πλησιάζουν και η ζωή μας δεν έχει μπει ακόμη σε χαρωπά καλούπια. Μέχρι τις 15 Ιανουαρίου πρέπει να έχω αλλάξει στέγη. Αλλιώς με βλέπω στην Ομόνοια με κάνα άλλο στέγαστρο πάνω από το κεφάλι μου.

( Παραπονέθηκα επειδή τσάκισα δύο “ροξ”. Αυτά τα γλυκά με το τύπου σοκολατοειδές στο κέντρο; Ε, αυτό που δεν ξέρεις κι εσύ τι είναι. Μόνο να το αγοράζεις ξέρεις.

) Κι άμα παχύνω τι θα έχω να λέω; Ότι πάχυνα με… “ροξ”; Τρε μπανάλ. Τα οποία μάλιστα αγοράσαμε σε ένα παντοπωλείο κάπου στην Ηλιούπολη. Τουλάχιστον να τα είχα αγοράσει στα Εξάρχεια… πιο σικ. Καλά σκάω.

Και μετά τη μίνι αυτή εκτόνωση, λέω να προσκαλέσω να γράψουν για τι πράγμα παραπονέθηκαν ή γκρίνιαξαν -αν είναι άντρες!- τις τελευταίες ώρες, τους:

in situ, lexx, μάνα ρέιβερ, tis trellis, dreamerland, adonios, meneksedia

November 27, 2007

Μου λείπεις…

Πρώτη φορά μετά από μέρες που είμαστε χώρια. Εσύ σπίτι σου, εγώ στο δικό μου. Εσύ στο χώρο σου, με το λιτό γραφείο σου με τις δύο οθόνες, τον καναπέ που γίνεται κρεβάτι, την τεράστια τηλεόραση, τους γυμνούς τοίχους, το μικρό μπάνιο, τα παπούτσια πεταμένα πίσω από την εξώπορτα, την ντουλάπα που είναι λες και πέρασαν 10 μάγισσες από μέσα της.

Κι εγώ πάλι, σπίτι μου. Με τη γραφειάρα που έχει πάνω της άπειρα κεριά, μουσική και το γομάρι pc μου, με το χύμα αρτιστίκ σαλόνι που έχει πλάσματα στερεωμένα στο ταβάνι, με το χολ που αντί για τραπέζι έχει ριγμένο ένα τεράστιο ψυγείο στα πλάγια, με το μεγάλο μπάνιο, με την κρεβατοκάμαρα και το υπέρδιπλο στρώμα πάνω στο χαλί, που είναι σκεπασμένο από μπλε μαξιλάρια.

Και τις μυρωδιές μας… 

Σου λείπω; Μου λείπεις.

Πολύ.

Είμαστε χώρια κάτι ώρες τώρα. Με πήρες τηλέφωνο για πολύ λίγο. Ήταν αλλόκοτη η αίσθηση. Ξέρω τι γκριμάτσες κάνεις, πώς χαμογελάς,  πώς μαζεύεις τα χείλια σου όταν σκέφτεσαι και πώς σκεπάζουν τα μάτια σου όταν μου κάνεις νάζια. Κι έτσι, απέμεινα να σε ακούω και να ξέρω ακριβώς πώς είσαι! Χάζεψα.

Είμασταν μαζί κάθε μέρα και τώρα που είσαι στο ακουστικό, είσαι μπροστά μου και πάλι. Σου έλειψα καθόλου;

Φοράς ακόμη το μαύρο τζιν, το μπουφάν της μηχανής, τις μπότες. Πρόλαβες να βγάλεις μονάχα τα γάντια και με πήρες.

Άντε. Πήγαινε να αλλάξεις. Φόρεσε πάνω από το μπόξερ τη ζεστή φόρμα σου. Βάλε μια φρέσκια κοντομάνικη φανέλα κι ένα ελαφρύ φούτερ. Άναψε το κλιματιστικό στο 26, φέρε την τεράστια κατάμαυρη καρέκλα προς τα μέσα, παίξε με το ποντίκι και τσέκαρε τα mail σου.

Μετά από 3 λεπτά, πήγαινε στην κουζίνα, πάτα τον διακόπτη και πλησίασε το ψυγείο. Βγάλε το σοκολατούχο κι αναζήτησε σαν υπνωτισμένος τα κρουασανάκια. Όλη τη σαβούρα μαζεμένη…

Πήγαινε στο σαλόνι και βάλε τηλεόραση. Και μετά από το επιβεβλημένο απογευματινό ζαπάρισμα, βάλε μουσική.

Μάλλον Bruce Dickinson θα ακούς. Πάλι.

Ναι, ξέρω τι κάνεις.

ΜΕ ΣΚΕΦΤΕΣΑΙ!

Μου λείπεις γαμώτο