blog +Ο- σφαιρα
Ιντερνετική αναρχία… “Παίζουμε κρυφτούλι στο ταβάνι;”

December 10, 2007

Ζωή… άναψε!

Το βλέμμα σου στάθηκε μπροστά μου και με ρώτησες: “Τελικά θα μείνουμε μαζί; Θα συγκατοικήσουμε ή θα το αφήσουμε μέχρι να μας ξαναχτυπήσει την πόρτα από μόνο του;”. Μακάρι να ‘ξερα. Άγχος, πίεση. Γιατί όταν συμβαίνει κάτι τόσο όμορφο, πάντα κάποιος τοίχος να είναι έτοιμος να σε συνθλίψει;

Μόνο τελικά στον ύπνο απολαμβάνεις τελείως τη σιωπή και τις εικόνες, χωρίς σφυριά πάνω από το φωτοστέφανό σου; Μόνο όταν πέσεις στα σεντόνια δικαιούσαι να γευτείς εκείνο το κομμάτι του μανιταριού που τρώγεται; Ο ξύπνιος σε δηλητηριάζει πάντοτε; Σου ρίχνει με το σταγονόμετρο την πικρίλα που “πρέπει” να υπάρχει, για να εκτιμήσεις περισσότερο τα πλασματάκια που υφαίνουν τη μοίρα σου;

Δεν ξέρω. Δε θέλω να ξέρω. Δε θέλω να πρέπει να αποφασίσω εγώ!

Εσύ γιατί δεν το κυνηγάς, γιατί δεν το οργανώνεις, γιατί δεν το παίρνεις επάνω σου; Να κρατήσεις εσύ, τούτη τη φορά, το ζάρι. Να το γυρίσεις εσύ και να κάνεις εσύ τα βήματα πάνω στα νταμάκια. Και να διαπιστώσεις ποια είναι στέρεα και ποια παγίδες. Δεν είμαι εδώ. Απουσιάζω.

Άφησέ μου την απόφασή σου πάνω σε ροδοπέταλο γραμμένη. Κι ένα φιλί δίπλα της.

Θέλω γαμώτο. Να ‘ξερες πόσο. Μύριες στιγμές έχει τρυπώσει αυτή η επιθυμία στο φιλμάκι του μυαλού μου. Εσύ-εγώ σε ένα σπίτι, στο δικό μας χώρο, που θα τον κοσμήσουμε από την αρχή με τις ανάγκες και τις νοστιμιές μας, με τα καλούδια και τα αποκτήματά μας. Σε ένα σπίτι, δικό μας, που θα κατακτήσουμε κάθε σπιθαμή, κάθε γωνιά του. Κάνοντας έρωτα, ντύνοντας, βάζοντας, βάφοντας, κρεμώντας.

Όνειρα και πίνακες, στολίδια και αύρες.

Τι να κάνω, δεν ξέρω. Τι θέλει χρόνο, τι θέλει απλώς να το ακούσεις, τι θέλει αποφασιστικότητα, τι θέλει σοφία.

Λογική και συναίσθημα. Ποτέ δεν την συμπάθησα την ορθή σκέψη. Πάντα ήμουν βουτηγμένη στο γκάζι, πάντα ήμουν άνθρωπος των αισθήσεων. Πάντοτε ζούσα στις αντιδράσεις, στο χάσιμο, στην απόλυτη διαίσθηση κι αποπλάνηση του χώρου και του χρόνου. Κι όταν χρειαζόταν έφερνα τις πιο τετράγωνες και γρήγορες λύσεις. Ισορροπία στο χάος και τα άκρα μου.

Αλλά τώρα… Απλώς δεν ξέρω. Και δεν έχω χρόνο. Και η ζωή με πιέζει, τα σχέδιά μου, τα πλάνα μας.

Δε θέλω κεραυνούς. Και δε θέλω μιζέριασμα. Απλώς όσο φυσιολογικά ρέει το αίμα μου, τόσο απλά να γίνει η ανάγκη κίνηση. Ένας στρόβιλος που θα πάρει τα πινέλα, τα λάδια και τον καμβά και θα μεταμορφώσει το σκόρπισμα σε ζωντανή… ζωή. Έτοιμη να τη ζήσουμε. Έτοιμη να την πυρπολήσουμε!

fire

Πηγή: www.afropop.org

December 9, 2007

Κρατώ τη νύχτα

Πόσοι άγγελοι χρειάζονται για να σηκώσουν τη δική σου την ψυχή; Έχεις “δει” περπατώντας μόνος ξημερώματα σε κάποιο σκοτεινό και ανήμερο δρόμο, πως τα γύρω σου ζωντανεύουν; Κι αντί να φοβάσαι, εσύ αισθάνεσαι να σε αγκαλιάζει το πλακόστρωτο κι ο αέρας, οι λαμπτήρες και τα λιγοστά φύλλα; Νιώθεις να γίνεσαι ένα με τις νυχτερινές, προχωρημένες φοβίες και να τις μετουσιώνεις σε δύναμη;

Πώς να εμπνευστείς από μια εικόνα, ασπρόμαυρη μορφή με φτερά κύκνου κι αετού μαζί, μαλλιά μακριά που χαϊδεύουν το πάτωμα, το όριο. Κουλουριασμένη γύρω από την αύρα της, κρύβοντας ελαφρώς το γυμνό της στήθος, κρατώντας ένα λουλούδι και κοιτάζοντας το καθρέφτισμα.

angel

Πηγή: www.selinafeneh.com

Έτσι είμαι κι εγώ τις νύχτες μου. Κυρτή, κρύβω τις αμυχές κι αφήνω τα όνειρα να φυτρώσουν και πάλι στην πλάτη μου. Κρατώ το νόμισμα της μέρας που πέρασε. Κάλπικο. Ξύλινο; Ή τσίγκινο; Έχω αφημένα τα μαλλιά να γλείφουν τα δάχτυλα των ποδιών μου, να με γαργαλάνε και κοιτάζω τον πάτο αυτού του πηγαδιού. Την αντανάκλαση των άστρων που πάνω στην επιφάνεια του νερού ενώνουν τις ουρίτσες τους και γίνονται ένα παιχνίδισμα από διαμαντάκια.

Καλωσόρισέ με στον κόσμο και σκέπασέ με με τους μύες του ζεστού σου κορμιού.

December 2, 2007

Θανατηφόρα αύρα

Σου ‘χει τύχει ποτέ να νιώσεις από το πουθενά, πως ο απέναντι αιστάνεται πολύ εχθρικά για σένα; Πως στο καλά καθούμενα σκέφτεται τόσο μαύρα, που η σκέψη του και μόνο είναι λες και μεταμορφώνεται σε μια τεράστια λεπίδα που κατευθύνεται με ταχύτητα καταπάνω σου; Σου ‘χει συμβεί να διασχίζεις τους διαδρόμους ενός φιλικού σπιτιού και να “δεις” πως ο τύπος που σε ακολουθεί στέλνει μια πηχτή αύρα προς εσένα, σα χοντρά πλεγμένο δίχτυ;

Το αιστάνθηκα αυτό κάποτε. Για πρώτη φορά. Πάνε πολλά χρόνια. Τόσα που δεν έχει και νόημα να το ανασύρω χρονολογικά. Θυμάμαι όμως πεντακάθαρα πώς ένιωσα. Ήμουν με έναν καλό μου, μάλιστα, φίλο σε ένα ξενοδοχείο κάπου στη Φοινικούντα. Νότια Πελοπόννησος. Καλοκαίρι. Ήμασταν μια μεγάλη σχετικά παρέα. Κι ο φίλος μου είχε τη φαεινή ιδέα να κλείσει για μας τους δυο ένα δωμάτιο με διπλό κρεβάτι. Κι εγώ αιστάνθηκα τόσο άσχημα κι άβολα. Δεν είχε νόημα αυτό που είχε κάνει. Κι όταν του επιτέθηκα λεκτικά, ξεκίνησε. Ξάπλωσα και του γύρισα την πλάτη. Κοίταζα τον τοίχο κι αιστανόμουν μια αόρατη αηδιαστική αράχνη να κατεβαίνει. Κάθε φορά που έμπηγε ένα από τα οχτώ της πόδια στα θεμέλια άκουγα τον απαίσιο ήχο μέσα μου να τραντάζεται. Κι ένιωθα ένα μαχαίρι γυαλιστερό να πλησιάζει και να στοχεύει την πλάτη μου. Κι ανατρίχιαζα στην κίνηση και μόνο.

Όλη αυτή η συσωρευμένη επιθετικότητα που με περιέλουζε τότε σα λάβα, χαρακώνοντας τη γραμμή κατά μήκος της πλάτης μου, επανήλθε απόψε. Είχαμε μόλις γυρίσει σπίτι σου κι ετοιμαζόμουν να μπω για ένα γρήγορο, χαλαρωτικό ντους. Για να διώξω από πάνω μου τους καπνούς και τις γόπες. Κι εκεί που είχα τυλίξει γύρω στο σώμα μου την πετσέτα κι έμπαινα στο στενό διάδρομο που συνδέει το σαλόνι με το μπάνιο, μου ήρθε! Με συνάντησε αυτό το ξεχασμένο, απειλητικό συναίσθημα. Κανείς δεν ήταν εκεί. Κι όμως, λες και ξεπρόβαλλε μια μορφή κι άρχισε να μου στέλνει πολύ βίαια κύματα. Γύρισα αρκετές φορές και κοίταξα πίσω μου, επιτάχυνα τα βήματα και προσπάθησα να ενθαρρύνω τον εαυτό μου. Πως μπορεί να συμβαίνει αυτό, εδώ; Ε; Αφού είμαι μαζί σου, αφού ξέρω ότι δεν αιστάνεσαι αρνητικά, κακά απέναντί μου. Γιατί;

Ποιος και τι ξύπνησε αυτή τη μνήμη; Και πως γίνεται η μνήμη να εγκλωβίστηκε σε στρόβιλο και να γίνεται ξανά πράξη, μετά από τόσα χρόνια; Δεν την ενεργοποίησα εγώ. Και θέλω να πιστεύω πως ούτε κι εσύ. Ούτε την προκάλεσες. Δεν μπορεί να είναι αλήθεια.

woman fate

Πηγή: galerieslunamoon.free.fr

November 28, 2007

Σάρκα

Είσαι σπίτι και κοιμάσαι. Σε φαντάζομαι. Χωμένο κάτω από τις κουβέρτες, με τα μαξιλάρια πάνω στο πρόσωπό σου και το στόμα σου ελαφρώς ανοιχτό! Γυρνάς πλευρό αλλά δεν είμαι εκεί. Ψαχουλεύεις στα σκοτεινά με το χέρι τα δροσερά σεντόνια της μεριάς μου, αλλά δεν πιάνεις κωλαράκι. Κάτι λείπει από εκεί. Οι καμπύλες μου!

Γυρνάς ατάραχος στον τοίχο σου και συνεχίζεις να ροχαλίζεις ελαφριά. Ίσως την επόμενη φορά που θα με αναζητήσεις με τα χέρια σου, να εμφανιστώ! Ίσως πάλι να καταλάβεις ότι λείπω και να πεταχτείς στον ύπνο σου. Ναι, θα το ήθελα.

Θα ήθελα όμως να ήμουν εκεί και να σου χάιδευα το πρόσωπο. Ή απλώς να σε κοιτάζω μέσα από τις χαραμάδες που σχηματίζει το απόλυτο σκοτάδι. Να ψηλαφίσω την πλάτη σου. Να βάλω το χέρι μου στο στήθος σου και να νιώσω τις ανάσες σου. Να σε αφήσω στους ύπνους σου, με τη σιγουριά ότι είσαι στο διπλανό δωμάτιο.

Να προσέχω να μην σε ξυπνήσω, να μην κάνω θόρυβο, να μην πατήσω εκείνο το σημείο στο ξύλινο πάτωμα που είναι ασταθές. Να μην αγγίξω πολύ δυνατά τον ύπνο σου.

Θα μου φυλάξεις μια θέση στο όνειρό σου; Κι ως θεατής έρχομαι. Να καθίσουμε παρεούλα στην κερκίδα και να δούμε ένα κορίτσι κι ένα αγόρι να πιάνονται χεράκι, να περνάνε την εύπλαστη, διάφανη πύλη και να ερωτεύονται.

Μείνε στα ζεστά εσύ. Κουκουλώσου. Φτιάξε το μαξιλάρι κι ανάσανε. Είμαι ακριβώς πίσω σου. Και κάτω από τα σκεπάσματα έχω βάλει το χέρι μου μέσα στο δικό σου και τη γάμπα μου πάνω στο πόδι σου. Μόνο έτσι μπορώ κι εγώ να κοιμηθώ. Αγγίζοντάς σε.

Έστω και με την αύρα μου…

Θα με αφήσεις να σε πιτσιλίσω με τα σαρκικά μου “θέλω”;

flesh

Πηγή: popsik.blogsome.com