demon July 21st, 2009
Είναι άνιση αυτή η λογομαχία, όπως άνισο τελείως είναι κι αυτό το παιχνίδι. Να πείσω ποιον; Ποιος θα μπορούσε να κατανοήσει πόσο εύθραυστες είναι οι ισορροπίες και η ψυχική σου ισορροπία μέσα στο σπίτι σου, στην καθημερινότητά σου;
Ξέρεις, πόσο εύκολα μπορείς να νιώσεις ότι δεν έχεις πια κέντρο βάρους «μόνο και μόνο» επειδή ξυπνάς και κοιμάσαι με θορύβους, ζεις κάτω και μέσα σε στριγκλιές, ποδοβολητά, ξύλο, κλάματα; Καταστάσεις που προκαλούν τα ένστικτα, την αξιοπρέπεια, τον οργανισμό και την ησυχία του.
Δεν έχει όντως σημασία αν το πρόβλημά μου προέκυψε με αλλοδαπούς ή Έλληνες. Αυτή η λεπτομέρεια, τούτη η παράμετρος έγινε σημαντική στην πορεία. Όταν ήρθε η ώρα να προσπαθήσω να «συνεννοηθώ» με αυτούς τους ανθρώπους. Τότε, πράγματι έπαιξε ρόλο και η νοοτροπία τους και η αδιαφορία τους και η προκλητικότητά τους, ακόμη και το θράσος τους.
Στο δια ταύτα; Το Σάββατο έσφιξα τα δόντια και κίνησα για το τμήμα. Ντροπή! Αλλά πράγματι ήθελα να γίνει κάτι. Ήθελα να ξαναβρώ το δίκιο μου, τη ζωή μου, κι επιτέλους κάποιος να κάνει κάτι. Κάποιος, που τον πληρώνω, κάποιος που θέλει να τον σέβομαι, κάποιος που επέλεξε να επιβάλλει τις ισορροπίες όταν αυτές χάνονται, να κάνει κάτι για μένα. Να μου (από)δείξει ότι μπορώ να ζω στο σπίτι μου κι ότι έχω ακόμη δικαιώματα. Ότι δεν υπάρχω τσάμπα. Δεν πληρώνω τσάμπα. Δεν ανέχομαι τον κάθε υπάλληλο, τον κάθε πολιτικό, την κάθε λαιμαργία, απληστία, τσάμπα.
Σαφώς, δημοκρατία σημαίνει κάνε ό,τι γουστάρεις όσο δεν ενοχλείς το δίπλα. Σαφώς!
Πήγα λοιπόν. Κι ενημερώθηκα από την αξιωματικό υπηρεσίας. Κι επέστρεψα… Γιατί, λέει, εκείνη δεν μπορεί να κάνει κάτι. Όταν η ώρα θα είναι πάλι ακατάλληλη (δηλαδή ωράριο κοινής ησυχίας) και η αλλοδαπία θα ξανακάνει σκέρτσα, εγώ να τηλεφωνήσω στο 100 για να ανοίξουν καρτέλα με τα στοιχεία μου και μετά να πάρω αυτούς για να στείλουν άμεσα μπατσικό. Σημειωτέον, η άλλη λύση, την οποία όμως μου πρότεινε ως «επικίνδυνη» θα ήταν να πάω στην εισαγγελία στο κτίριο 16 και πλέον με εισαγγελική παρέμβαση, να ζητήσω να απελαθούν τα λαθρομεταναστευτικά Αφγανά.
Γυρνάω σπίτι και προσπαθώ να το αφήσω κατά μέρους. Την άλλη μέρα το μεσημέρι, καλώ το 100. Δίνω στοιχεία. Παίρνω και στο τμήμα της περιοχής μου για πιο γρήγορα.
Μετά από 40 λεπτά, φτάνει το περιπολικό. Καμία σχέση με την περιοχή μου. Εξηγούμαι. Υπογράφω στο βιβλίο συμβάντων. Ο τύπος ανεβαίνει στο διαμέρισμα, χτυπά κουδούνι, του ανοίγει μια μάνα με δυο παιδιά να της τρίβονται και αφού τη ρωτά αν μιλά Ελληνικά, πράγμα που ΦΥΣΙΚΑ δε συμβαίνει, ο μπάτσος φεύγει.
Κοινώς πέσαμε στην περίπτωση. Το μπατσάκι μου είπε πως δεν θα μπορούσε να τους κάνει κάτι, αφού δεν διαπίστωσε ο ίδιος φασαρία. Επίσης, αν και συνάντησε στην είσοδο της πολυκατοικίας τη γριά από δαύτους κι εκείνη τον ενημέρωσε ότι δεν έχει χαρτιά, το μπατσάκι προτίμησε να μην δώσει συνέχεια, λέγοντάς μου ότι δεν είναι αρμοδιότητά του. Κι εγώ που νόμιζα ότι είναι λουκούμι για τους αστυνομικούς η παράνομη αλλοδαπία. Τι χαζή!
Φυσικά, δεν έμαθα και ποτέ τα στοιχεία τους. Δηλαδή εγώ έδωσα τα δικά μου κι επέδειξα ταυτότητα, αλλά εκείνοι έχουν το δικαίωμα να τριγυρνάνε ινκόγκνιτο!
Το πράγμα είναι τόσο απλό. Δεν ήθελα ποτέ ούτε να μπουκάρουν στο διαμέρισμά τους, ούτε και να τους πάνε για εξακρίβωση. Ήθελα να τους τρίξουν λιγάκι τα δόντια, να τους κάνουν συστάσεις μπας και αποκτήσω ξανά τη ζωή μου πίσω. Να κατανοήσουν ότι δεν μπορούν να σουλατσάρουν, εις βάρος κάποιου άλλου.
Κι εγώ ακόμη περιμένω…
Τους Αφγανούς να σηκωθούν να φύγουν. Τον ιδιοκτήτη του σπιτιού να ενδιαφερθεί. Τον διαχειριστή να ξεπεράσει τα λόγια και να περάσει στις πράξεις, με τις υπογραφές ανά χείρας. Κι εμένα, να ξαναηρεμήσω. Όσο γίνεται. Γιατί η γειτονιά έχει αγριέψει ούτως ή άλλως.
Θα πω λοιπόν τούτο: ο διάλογος είναι άνισος. Μόνο κάποιος που έχασε κάτι από ένα γείτονα πραγματικά προκλητικό και μη συνεννοήσιμο, θα μπορούσε ίσως να με καταλάβει στ’αλήθεια. Με τους αλλοδαπούς τα πράγματα είναι πιο δύσκολα και πιο διαφορετικά. Ναι!
Για να αντιστρέψουμε λοιπόν τη φιλανθρωπία της ημέρας: Όπως δεν είναι όλοι οι αλλοδαποί κακοί, έτσι δεν είναι και όλοι τους καλοί! Δεν κατάλαβα από πότε, εις το πνεύμα του να δείξουμε πόσο μεγαλόψυχοι είμαστε και πόσο επειδή τα κάναΤΕ σκατά στο θέμα των αλλοδαπών, θα πρέπει εγώ να δίνω τα στοιχεία μου, εγώ να τηρώ τους νόμους, θα πρέπει εγώ να πληρώνω κανονικά το οξυγόνο και την φορολογία μου, θα πρέπει εγώ να προσπαθώ να συμβιώσω με τον κάθε ένα τρελό και βίαιο αλλοδαπό που μου κουνά και απειλητικά το χέρι, θα πρέπει να ξεχάσω την έννοια της γειτονιάς, της καθαριότητας, της ασφάλειας, της συνεννόησης, της δικαιοσύνης, της ισότητας.
ΠΟΙΟΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΙΣΟΣ ΤΩΡΑ;;
Αν ήμασταν κι οι δυο Έλληνες, θα ήμασταν ίσοι, ή εκεί θα μέτραγε ποιος έχει περισσότερους γνωστούς. Τώρα που εγώ είμαι Ελληνίδα κι εσύ όχι, εσύ ευνοείσαι, σε αντιμετωπίζουν με ελαστικότητα, σε λυπούνται, δεν έχεις υποχρέωση να τηρείς νόμους, να είσαι καν νόμιμος εδώ αλλά μπορείς να ενοχλείς συνεχώς και να προκαλείς την υπομονή!
Κάπως έτσι γεννιούνται οι ρατσιστές. Οι εν μέροι ή αδικημένοι, ρατσιστές. Τους αφήνουν να τριγυρνάνε για να τραβάνε αυτοί μαχαίρι, να βγαίνουν και να βρίζουν δημοσίως αυτοί την αλλοδαπία, να καταριούνται αυτοί τους λαθρομετανάστες και να αναρωτιούνται μόνοι στο τέλος: εγώ δε συνέβαλα σε αυτή την κατάσταση. Γιατί θα πρέπει να την υποστώ; Κι ακόμη χειρότερα, γιατί δεν μπορώ να βρω το δίκιο μου; Γιατί θα πρέπει να φοβάμαι κιόλας μήπως μου την ανάψουν; Μήπως μου πειράξουν τη μηχανή;
Περιμένω να φύγουν. Να πάνε στον αγύριστο. Και μέχρι τότε…
Σε ρωτώ τι στο διάολο θα έκανες αν σου συνέβαινε εσένα όλο αυτό;
Σου γράφω από μια χαμένη πόλη σε μια ξεχασμένη χώρα. Από μια πολυκατοικία στο κέντρο, που γύρω της ακούει όλες τις γλώσσες του κόσμου και αδυνατεί να ακούσει, όχι τη δική της γλώσσα αλλά, τη δική της ΣΚΕΨΗ!
Πηγή εικόνας: emaleth.deviantart.com