demon December 10th, 2010
όλη μέρα. Εκεί βρέχει;
Έχουν γκριζάρει τα μαλλιά των σπιτιών, του δρόμου, του αέρα, των δέντρων, των στεγών, των παραθύρων, των αυλών, της γειτονιάς.
Σχεδόν άσπρισε η επιφάνεια του οξυγόνου. Σταμάτησε. Ξανάρχισε. Ο ήλιος μάταια προσπαθεί να ξετρυπώσει τις αχτίδες του μέσα από το πυκνό, γκρι σκούρο σύννεφο πίσω από το βουνό, στη μεριά των κατεχόμενων.
Μάταια, γιατί η σχισμή που κατάφερε έκλεισε με τη μία και η σύγκρουση ξανάφερε νερό. Μπόλικο νερό.
Μου αρέσει. Είμαι μέσα. Στα ζεστά. Με ρούχα, κόσμο, ένα ζεστό τσάι στο χέρι και γραμματάκια να πολλαπλασιάζονται μπρος στην οθόνη μου.
Έχω στολίσει Χριστουγεννιάτικο δέντρο. Νωρίς φέτος. Το στόλισα πριν ακόμα μπει ο Δεκέμβρης και θα το αφήσω να το χαρώ μέχρι το τέλος Γενάρη. Έτσι, να γίνω κι εγώ κομμάτι του, στολίδι του, λαμπιόνι του. Μέχρι να φτάσω τα αστεράκι στην κορυφή. Το χειροποίητο.
Οι πρώτες γιορτές στην Κύπρο. Τα πρώτα Χριστούγεννα, η πρώτη Πρωτοχρονιά και τελικά η αλλαγή του χρόνου εδώ. Κύπρος. Λευκωσία. Παράξενο είναι τώρα που το γράφω. Κανονικά δεν είναι διόλου αλλόκοτο. Εγώ είμαι εδώ. Εσύ είσαι Αθήνα. Άλλος είναι Καναδά, Γερμανία, Ιταλία, Αυστραλία. Απωθημένο θα μου μείνει η Αυστραλία θαρρώ.
Κλείνω. Αχ, Παρασκευή. Έχω να κάνω πολλά μες στο Σαββατοκύριακο. Να φτιάξω τα μαγικά κουτιά, που θα στείλω στην Αθήνα σε γονείς, θείους και φίλους. Σε αγαπημένα πρόσωπα. Όχι πολλά. Όσα μπορώ. Όσα μπορεί να κουβαλήσει η φίλη που έχει έρθει, στη βαλίτσα της.
Ελπίζω αυτή η δεύτερη βροχή από τη μέρα που ήρθα, να κοπάσει. Α, και να βρέχει μονάχα το βράδυ. Για να μπορώ να πηγαίνω στεγνή στη δουλειά μου.
Κλείνω. Γεια.